Θράκη: μια άλλη Κύπρος άραγε;

Ένα άρθρο που βρήκαμε από το περασμένο καλοκαίρι αλλά παραμένει εξίσου φρέσκο και επίκαιρο παραμονές της κρίσης των ευρωτουρκικών σχέσεων και της πορείας της Τουρκίας. Αποκαλύπτεται η τουρκική επιθετικότητα και η επιτυχής εφαρμογή της σε Κύπρο και Θράκη. Δυστυχώς, η Θράκη εξελίσσεται κι αυτή σε μια άλλη Κύπρο!
Αντίβαρο’ «Η Θράκη: μια άλλη Κύπρος;» 8 Ιουνίου 2009 -Θέμης Στοφορόπουλος
Το θέμα μου είναι: “Η Θράκη, μία άλλη Κύπρος;”. Θα προσπαθήσω, δηλαδή, να απαντήσω στο ερώτημα, αν η Θράκη κινδυνεύει να ακολουθήσει την Κύπρο στον τραγικό κατήφορο της. Και, αν αυτό συμβαίνει, τι οφείλει να πράξει ο Ελληνισμός, για να αντιστρέψει μια τέτοια καθοδική πορεία.
ΤΙ ΕΓΙΝΕ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Ποιος ήταν -και είναι- ο σταθερός στρατηγικός στόχος της Άγκυρας καθ’ όσον αφορά στην Κύπρο; Προφανώς, να αποκτήσει -και σταδιακά να μεγιστοποιήσει- ουσιαστικό έλεγχο επί ολόκληρης της Μεγαλονήσου, περιλαμβανόμενης, ει δυνατόν, της τελικής, ολικής της προσάρτησης στην Τουρκία. Πώς προώθησε η Άγκυρα αυτόν τον στρατηγικό στόχο της: χρησιμοποιώντας συστηματικά τα εξής τακτικά μέσα:
Επιτυγχάνοντας την αναγνώριση ως τουρκικής μιας μειονότητας τουρκόφωνης (ή, μάλλον, δίγλωσσης, σε μεγάλο βαθμό), μιας μειονότητας μουσουλμανικής (με έντονα, όμως, κρυπτοχριστιανικά στοιχεία), μιας μειονότητας ελληνικής, κατά μέγα μέρος, καταγωγής.
Καταφέρνοντας (η Τουρκία) να θέσει υπό τον έλεγχο της τη μειονότητα αυτή και να αναγνωρισθεί ως “προστάτιδά” της. Κατορθώνοντας να “αναβαθμίσει” τεχνητά τη μειονότητα αυτή σε “κοινότητα”, και από “κοινότητα” σε “μία από τις δύο κοινότητες” της Κύπρου, και ζητώντας μετά να αναγνωρισθεί ως “χωριστός λαός” και “χωριστό έθνος”.
Συγκεντρώνοντας, επίσης τεχνητά, τη μειονότητα σε ορισμένες εδαφικές περιοχές πριν από το 1974 και σε μία εδαφική περιοχή μετά.
Εξασφαλίζοντας ισχυρούς συμμάχους, τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς, των οποίων τα συμφέροντα εξυπηρετούνται από την προώθηση του τουρκικού στρατηγικού στόχου.
Διατηρώντας ισχυρές ένοπλες δυνάμεις (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρξαν χρονικές περίοδοι, κατά τις οποίες η Ελλάδα είχε υπεροπλία και έπρεπε να την αξιοποιήσει).
Επωφελούμενη από τις αποτυχίες και τα λάθη μας. Όπως από την παράλειψή μας να προστατεύσουμε τους Τουρκοκύπριους, ώστε η Άγκυρα, το Λονδίνο και η Ουάσιγκτον να μη τους εκμεταλλευθούν, να μη τους καταστήσουν αιχμή της λόγχης των ιμπεριαλιστικών τους σχεδίων. Επωφελήθηκε η Τουρκία και από την αποτυχία μας να πείσουμε και να προσεταιρισθούμε τους καλής πίστης Τουρκοκύπριους και να συνεργασθούμε μαζί του εναντίον εκείνων, που μόνο το καλό τους δεν ήθελαν. Αλλά και από την ανικανότητα μας να ασκήσουμε την απαιτούμενη - πράγματι δυσχερέστατη - αυτοσυγκράτηση και να μη πέσουμε στην παγίδα των αντίπαλων μας, οι οποίοι επεδίωξαν και κατάφεραν να προκαλέσουν ακόμη και ωμότητες των Ελλήνων εναντίον Τουρκοκυπρίων.
Η λανθασμένη τακτική, που ακολουθήσαμε έναντι των Τουρκοκυπρίων, συνδέεται με τη γενικότερη ανικανότητα μας να αντιληφθούμε εγκαίρως τις επιδιώξεις της Άγκυρας και των δυνάμεων που συμμαχούν μαζί της. Ανικανότητα που μας οδήγησε και στην πλάνη, ότι “μπορούμε να τα βρούμε με τους Τούρκους”. Μια ηθελημένη, βέβαια, μια εκούσια πλάνη εκείνων που ήξεραν την αλήθεια, αλλά που συνειδητά υποχώρησαν στις από κοινού πιέσεις Τούρκων, Άγγλων και Αμερικανών ή έκαναν ότι πίστεψαν τις υποσχέσεις τους. Σε αυτή την πλάνη (ή την δήθεν πλάνη) οφείλονται οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου καθώς και οι “διακοινοτικές συνομιλίες” μετά την εισβολή του 1974, με την κατοχή και την προσφυγιά -και, αργότερα, τον μαζικό εποικισμό- να συνεχίζονται. Είχε προηγηθεί η προδοσία του Ιουλίου 1974, από εκείνους που ίσως πίστεψαν (λέω “ίσως”, διότι η Δίκη της Κύπρου ματαιώθηκε για ανεξήγητους “λόγους ύψιστης εθνικής σκοπιμότητας”) από εκείνους, λοιπόν, που ίσως πίστεψαν, βλακωδώς, ότι “δίνοντας” (σαν να ήταν χωράφι του πατέρα τους) την μικρότερη περιοχή που κατέλαβε ο “Αττίλας Ένα”, θα ένωναν την υπόλοιπη Κύπρο με την Ελλάδα.
Σε αυτά πρέπει να προστεθούν η ανικανότητα μας να αποκτήσουμε πραγματικούς σύμμαχους (και η ψευδαίσθησή μας -πάλι ακούσια ή εκούσια- ότι οι τυπικοί μας “σύμμαχοι” είναι πραγματικοί) καθώς και η ολέθρια παράλειψη μας (ιδίως σε ορισμένες περιόδους ελπίζω η σημερινή περίοδος να μη είναι μία από αυτές) να διατηρούμε και να βελτιώνουμε το συσχετισμό των στρατιωτικών δυνάμεων Ελληνισμού - Τουρκίας στην Κύπρο και σε σχέση με αυτή, αλλά και στα άλλα τμήματα του ελληνοτουρκικού μετώπου.
Εκμεταλλευόμενη ελληνικές ανούσιες ενέργειες, ελληνικές αδυναμίες και ελληνικά λάθη και χρησιμοποιώντας τα μέσα που αναφέραμε, η Τουρκία προώθησε τον στρατηγικό της στόχο στην Κύπρο τόσο, ώστε να έχει δημιουργήσει σήμερα δύο προοπτικές απόλυτα αρνητικές για τον Ελληνισμό: α) H εμπέδωση και νομιμοποίηση της διχοτόμησης, με το “ελεύθερο” τμήμα, καθόλου στην πραγματικότητα ελεύθερο, αφού ζει στη σκιά του Αττίλα. β) Η τουρκοκρατούμενη ομοσπονδία, σύμφωνα με την “Δέσμη Ιδεών” του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και σύμφωνα με τα λεγόμενα “Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης”. Κατ’ ανάγκην τουρκοκρατούμενη, αφού: (α) το βόρειο ομόσπονδο κρατίδιο θα είναι τουρκικό, με πλειοψηφία πληθυσμού μόνιμα και θεσμοθετημένα τουρκική (τουρκική και όχι τουρκοκυπριακή: σύντομα οι συνεχώς αυξανόμενοι έποικοι θα αποτελούν την πλειονότητα των διαμενόντων στα κατεχόμενα) και με ομόσπονδα όργανα πάντοτε τουρκικά, (β) στα κεντρικά, ομοσπονδιακά, όργανα οι Τούρκοι θα έχουν βέτο σε όλα τα θέματα και τα αντίστοιχα ελληνικά βέτο θα υποχωρήσουν προ των τουρκικών, διότι (γ) ο συσχετισμός των στρατιωτικών δυνάμεων ως προς την Κύπρο θα είναι συντριπτικά υπέρ της Τουρκίας, όπως προβλέπουν οι “ιδέες” του ΟΗΕ, ιδέες τούρκικης, αμερικανικής και βρετανικής προέλευσης. Έχει καταφέρει δε η Τουρκία, με τη βοήθεια των Αμερικανών, να αποδυναμώσει την εφαρμογή, στην περίπτωση της Κύπρου, θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου, που κανονικά θα έπρεπε να μας ευνοούν.
ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ
Μετά τη συνοπτική αυτή σκιαγράφηση των επιδιώξεων και των επιτευγμάτων της Άγκυρας ως προς την Κύπρο, θα αναφερθώ τώρα στην τουρκική πολιτική έναντι της Θράκης και έναντι του Ελληνισμού της Τουρκίας. Πρέπει αμέσως να θυμίσω, ότι ποτέ η Τουρκία (ενδόμυχα, αλλά υπάρχουν και οι σχετικές δημόσιες δηλώσεις) δεν δέχθηκε ως οριστικό το σύνορο του Έβρου και ότι, εν σχέσει με τις εκατέρωθεν μειονότητες (την ελληνική στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο και τις μουσουλμανικές στην ελλαδική Θράκη) ακολούθησε -και ακολουθεί- πολιτική, που αποβλέπει στους εξής δύο συναφείς στρατηγικούς στόχους.
Πρώτον, στην εκδίωξη του μέγιστου μέρους της ελληνικής μειονότητας. Του μέγιστου μέρους, ώστε οι κατηγορίες πως η Άγκυρα δεν εφαρμόζει για τους Έλληνες της Τουρκίας όσα απαιτεί για τους μουσουλμάνους της Θράκης να αφορούν μια ολιγάριθμη ελληνική μειονότητα, την παρουσία εξάλλου της οποίας, όπως και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, έχει ανάγκη η Τουρκία για να μη γίνει ακόμη εμφανέστερη η αντιμειονοτική της πολιτική και για να επικαλείται τις διατάξεις της Λωζάννης, που στηρίζονται στην αμοιβαιότητα. Ο άλλος στρατηγικός στόχος της Άγκυρας είναι, όπως και στην περίπτωση της Κύπρου, επεκτατικός και συνίσταται στην απόκτηση και σταδιακή μεγιστοποίηση ουσιαστικού ελέγχου στην ελλαδική Θράκη, αλλά και σε συνορεύοντα τμήματα της Βουλγαρίας, με απώτερο σκοπό την προσάρτηση ολόκληρης αυτής της περιοχής στην Τουρκία. Πώς προωθεί η Τουρκία αυτούς τους στρατηγικούς της στόχους;
Στη Βουλγαρία (κατά την διάρκεια του ψυχρού πολέμου και με τις ευλογίες των Αμερικανών) δημιουργώντας κινήσεις υπονομευτικές της εθνικής ασφαλείας της γείτονος χώρας, που ανάγκασαν τη Σόφια να αντιδράσει λαμβάνοντας μέτρα, τα οποία η προπαγάνδα της Τουρκίας και των υποστηρικτών της παρουσίασε ως προκληθέντα από τον “εθνικισμό” του τότε καθεστώτος. Μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος η Τουρκία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι νέες βουλγαρικές αρχές (όταν βρέθηκαν, κατόπιν και δικών μας ενεργειών, υπό αμερικανική επιρροή) συνέχισαν την προσπάθειά τους, συνδυάζοντας την, πλέον με την γενικότερη προσπάθεια μετατροπής της Βουλγαρίας σε δορυφόρο της Τουρκίας και της Αμερικής.
Στην Πόλη, την Ίμβρο και την Τένεδο, η Άγκυρα χρησιμοποίησε, από το 1923 μέχρι σήμερα, ανάλογα με την εκάστοτε συγκυρία, ποικιλία μεθόδων καταπίεσης. Από την προσπάθεια περιορισμού των μη ανταλλάξιμων Ελλήνων, τις οικονομικές διακρίσεις και την πολιτιστική γενοκτονία μέχρι φόνους, όπως εκείνοι των ομογενών κατά τις εξορίες διαρκούντος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, κατά τα Σεπτεμβριανά ή κατά τον διωγμό στην Ίμβρο.
Εδώ στη Θράκη, η Άγκυρα χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί τα εξής τακτικά μέσα:
Τη συνένωση και τον εκτουρκισμό των μουσουλμανικών μειονοτήτων, περιλαμβανομένων των Πομάκων και των Αθιγγάνων, έτσι ώστε να αποκτήσουν τουρκική εθνική συνείδηση και να θεωρήσουν την Τουρκία “μητέρα πατρίδα” τους.
Την αναγνώριση, της μιας αυτής μειονότητας ως “τουρκικής”.
Την “αναβάθμιση” της μειονότητας
σε “κοινότητα” (ήδη η Άγκυρα και οι εδώ πράκτορες της μιλούν για “τουρκική κοινότητα”), και χωρίς αμφιβολία, την περαιτέρω τεχνητή προαγωγή της.
Τέταρτη επιδίωξη του τουρκικού κράτους είναι η διατήρηση και ενίσχυση της νομιμοποίησης του να ενδιαφέρεται για τη μειονότητα, παρά τις γενοκτονίες των Αρμενίων, των Ποντίων και των άλλων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, παρά τα συνεχιζόμενα εγκλήματα εναντίον των Κυπρίων και των Κούρδων και παρά την ωμή παραβίαση της Σύμβασης της Λωζάνης περί ανταλλαγής πληθυσμών και της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης, που στηρίζονται στην αμοιβαιότητα.
Η Άγκυρα προσπαθεί, επίσης, να δημιουργήσει την εντύπωση, πως οι Μουσουλμάνοι έχουν κάποιου είδους εθνικά δικαιώματα επί τμημάτων της ελληνικής επικράτειας. Στην προσπάθεια αυτή εντάσσεται και η θέση της Τουρκίας, ότι μόνον προς την κατεύθυνση μεγαλύτερου εξισλαμισμού πρέπει να μεταβληθεί η πληθυσμιακή σύνθεση των περιοχών της ελληνικής Θράκης, όπου σήμερα διαμένουν Μουσουλμάνοι. Η Τουρκία επιδιώκει, συγχρόνως, να πυκνώσει και να ενισχύσει την παρουσία των Μουσουλμάνων στις περιοχές όπου ήδη ευρίσκονται, αλλά και να επεκτείνει την παρουσία αυτή, ιδίως εδώ στο νομό Έβρου, ώστε να δημιουργηθεί “συνέχεια” με την τούρκικη επικράτεια. Φαίνεται ότι, για να επιτύχει αυτά η Τουρκία δαπανά μεγάλα ποσά μέσω του Γενικού Προξενείου Κομοτηνής. Η τουρκική πολιτική αποβλέπει στη δημιουργία δεσμών πολιτικών (δηλαδή αλυτρωτικών), οικονομικών (υπό την κηδεμονία της Άγκυρας), και “πολιτιστικών” (συνισταμένων στην από κοινού πρόσληψη της κρατικής τούρκικης προπαγάνδας) μεταξύ δυτικής και ανατολικής Θράκης αλλά και μεταξύ δυτικής Θράκης και νοτίων βουλγαρικών επαρχιών και στην “λειτουργική”, de facto ενοποίηση όλων αυτών των περιοχών με πολιτικό κέντρο αναφοράς την Άγκυρα και με τοπικό κέντρο αναφοράς (οικονομικό, μορφωτικό, συγκοινωνιακό κ.λπ.) την Αδριανούπολη. Οι επαφές των γνωστών πρακτόρων της Τουρκίας με ομολόγους τους στην Βουλγαρία είναι ενδεικτικές της τακτικής αυτής. Κεντρικό στοιχείο της οποίας είναι και ο έλεγχος επί των Μουσουλμάνων - στην Ελλάδα, αλλά και στη Βουλγαρία - που θέλει η Άγκυρα να αποκτήσει. Συμπληρωματικά των ανωτέρω -και αναγκαία- συστατικά της τούρκικης τακτικής αποτελούν η απόκτηση σύμμαχων και η εκμετάλλευση του διεθνούς δικαίου.

Post a Comment

أحدث أقدم