Ο πρόεδρος της Κυπριακής Βουλής, Γιαννάκης Ομήρου, χαρακτήρισε «αδιανόητο το γεγονός» ότι δεν έχει κατατεθεί για κύρωση στην Βουλή η συμφωνία, που έχει συνομολογήσει η Κυβέρνηση με την τρόικα. Ο κ. Ομήρου ανέφερε πως…..
το μνημόνιο θα κατατεθεί στα κοινοβούλια έξι χωρών της Ευρωζώνης για κύρωση, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ολλανδίας, της Φιλανδίας της Σλοβακίας και του Βελγίου.
Ως εκ τούτου, συνέχισε, «θα ήταν αδιανόητο να μην κατατεθεί για κύρωση στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας». Επίσης, είπε πως είναι πιθανό να προταχθεί το επιχείρημα ότι η παράγραφος 1 του άρθρου 169 του Συντάγματος προνοεί ότι διεθνείς συμφωνίες εμπορικού και οικονομικού χαρακτήρα με άλλα κράτη και διεθνείς οργανισμούς συνομολογούνται κατόπιν αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου. Ξεκαθάρισε, ωστόσο, πως το μνημόνιο «δεν είναι μια απλή οικονομική και εμπορική διεθνής συμφωνία». Το περιεχόμενό του, είπε, «άπτεται θεμάτων κυριαρχίας του κυπριακού κράτους, εκποίησης κρατικής περιουσίας, αποστέρησης της ιδιοκτησίας οργανισμών Δημοσίου Δικαίου, επιβολής περιορισμών στη διαχείριση φυσικών πόρων της αποκλειστικής κυριότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς και εσωτερικών μεταρρυθμίσεων οικονομικού χαρακτήρα, που δεν είναι νοητό να αποφασίζονται δεσμευτικά έναντι τρίτων, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Βουλής των Αντιπροσώπων του κατ” εξοχήν οργάνου λαϊκής κυριαρχίας». Καμιά κυβέρνηση, κατέληξε, και κανένας πρόεδρος δεν είναι εξουσιοδοτημένοι να αναλαμβάνουν δεσμεύσεις τέτοιας θεμελιακής σημασίας ερήμην της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Ως εκ τούτου, συνέχισε, «θα ήταν αδιανόητο να μην κατατεθεί για κύρωση στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας». Επίσης, είπε πως είναι πιθανό να προταχθεί το επιχείρημα ότι η παράγραφος 1 του άρθρου 169 του Συντάγματος προνοεί ότι διεθνείς συμφωνίες εμπορικού και οικονομικού χαρακτήρα με άλλα κράτη και διεθνείς οργανισμούς συνομολογούνται κατόπιν αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου. Ξεκαθάρισε, ωστόσο, πως το μνημόνιο «δεν είναι μια απλή οικονομική και εμπορική διεθνής συμφωνία». Το περιεχόμενό του, είπε, «άπτεται θεμάτων κυριαρχίας του κυπριακού κράτους, εκποίησης κρατικής περιουσίας, αποστέρησης της ιδιοκτησίας οργανισμών Δημοσίου Δικαίου, επιβολής περιορισμών στη διαχείριση φυσικών πόρων της αποκλειστικής κυριότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς και εσωτερικών μεταρρυθμίσεων οικονομικού χαρακτήρα, που δεν είναι νοητό να αποφασίζονται δεσμευτικά έναντι τρίτων, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Βουλής των Αντιπροσώπων του κατ” εξοχήν οργάνου λαϊκής κυριαρχίας». Καμιά κυβέρνηση, κατέληξε, και κανένας πρόεδρος δεν είναι εξουσιοδοτημένοι να αναλαμβάνουν δεσμεύσεις τέτοιας θεμελιακής σημασίας ερήμην της Βουλής των Αντιπροσώπων.