Μπορεί η Ν.Δ. να αναδείχθηκε τελικά πρώτο κόμμα στις εκλογές της 17ης Ιουνίου, ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ αναμφισβήτητα συγκαταλέγεται στους νικητές των εκλογών, έστω και από τη θέση του δεύτερου, αποτέλεσμα που συναρτάται τόσο με τις δικές του αδυναμίες όσο και, κυρίως, με την επίθεση που δέχτηκε και την τρομοκράτηση της κοινωνίας για έξοδο από το ευρώ στην περίπτωση που ο Τσίπρας κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση.
Εκ των πραγμάτων η θεαματική εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ από το 4,6% του 2009 στο 26,89% του 2012 είναι ένα επίτευγμα – για «μοναδικό επίτευγμα στη νεότερη πολιτική ιστορία όλης της Ευρώπης» έκανε λόγο ο ίδιος ο Τσίπρας.
Επίτευγμα το οποίο, ωστόσο, συνοδεύεται από βάρη και κρίσιμα στοιχήματα αναφορικά με τη διαχείριση του ποσοστού αυτού.
Τα δύο κεντρικά στοιχήματα ήδη έχουν αναδειχθεί και αφορούν αφενός το πλαίσιο άσκησης αξιωματικής αντιπολίτευσης και αφετέρου τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα με προσανατολισμό πλέον «κόμματος εξουσίας», κάτι το οποίο θα οριστικοποιήσει και τον πολιτικό - ιδεολογικό του μετασχηματισμό.
Όσον αφορά το αποτέλεσμα, οι αριθμοί μιλούν... από μόνοι τους: ο ΣΥΡΙΖΑ εξαπλασίασε σχεδόν την εκλογική επιρροή του μέσα σε διάστημα μερικών εβδομάδων, ενώ σχεδόν επταπλασίασε την κοινοβουλευτική του δύναμη κατακτώντας 71 έδρες.
Κυρίως όμως μιλούν οι απόλυτοι αριθμοί: ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσε 1.655.053 ψήφους, κατά συνέπεια πέτυχε την προσέλκυση περίπου 600.000 ψηφοφόρων επιπλέον σε σχέση με την κάλπη του Μαΐου. Σε σύγκριση με το 2009 ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσε 1.339.388 περισσότερες ψήφους.
Τις επόμενες μέρες το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ θα ολοκληρώσει την αποτίμηση του εκλογικού του αποτελέσματος και ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του, ωστόσο με μια πρώτη ματιά εκτιμά ότι σημείωσε άνοδο στους νέους και γενικά στις παραγωγικές ηλικίες κι εξέφρασε κυρίως ένα προοδευτικό κοινό σε αντιμνημονιακή και αντινεοφιλελεύθερη κατεύθυνση.
Εντυπωσιακή θεωρείται η άνοδος που σημείωσε σε όλες τις περιφέρειες της Αττικής και ιδιαίτερα στη Β’ Αθήνας, όπου έλαβε ποσοστό 31,43% (έναντι 26,23% της Ν.Δ.) και στην Περιφέρεια Αττικής (30,18% έναντι 26,45%).
«Μαχητικά»
Η επόμενη μέρα, λοιπόν, βρίσκει τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι πιέσεις που ασκήθηκαν για τη συμμετοχή του σε μια κυβέρνηση «συνευθύνης» κατά τη λογική του Βενιζέλου, όπως ήταν αναμενόμενο, έπεσαν στο κενό, δεδομένου ότι εγκαίρως ο ΣΥΡΙΖΑ είχε επισημάνει ότι μια κυβέρνηση με «κορμό» τη Ν.Δ. θα είχε μνημονιακό χαρακτήρα.
Άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ, για να αποκρούσει ακριβώς αυτές τις πιέσεις, είχε σπεύσει από νωρίς (προεκλογικώς) να διακηρύξει την πεποίθησή του περί ουσιαστικού, θεσμικού ρόλου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας τοποθετήθηκε αμέσως μετά το εκλογικό αποτέλεσμα λέγοντας: «Θα είμαστε παρόντες στις εξελίξεις από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης».
Σε αυτές τις πρώτες δηλώσεις του ο Τσίπρας έδωσε και το στίγμα της αντιπολίτευσης που θα ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ: «Τις όποιες δυνατότητες διεκδίκησης που προκύπτουν από τη λαϊκή παρέμβαση στις εξελίξεις και από την ισχυρή παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο δεν θα τις χαρίσουμε στους θιασώτες του μνημονίου, αλλά θα απαιτήσουμε από τη θέση της υπεύθυνης και μαχητικής αντιπολίτευσης να τις αξιοποιήσει η κυβέρνηση προς όφελος του λαού. Και θα την κρίνουμε γι’ αυτό».
Τα παραπάνω επανέλαβε και στη δήλωση που ακολούθησε τη συνάντηση με τον Αντώνη Σαμαρά στο πλαίσιο της διερευνητικής του εντολής, προσθέτοντας ότι «η δημοκρατία προβλέπει κυβέρνηση και αντιπολίτευση» και ο ρόλος της δεύτερης είναι «να ασκεί κριτική για τα κακώς κείμενα, να ελέγχει την κυβέρνηση σε κάθε της βήμα και να παρεμβαίνει με μαχητικό και υπεύθυνο τρόπο».
Αντιπολιτευτικό τεστ
Αναμφίβολα, η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης προσφέρει στον ΣΥΡΙΖΑ τον χρόνο να επεξεργαστεί και να «μετρήσει» περαιτέρω στην κοινωνία τις θέσεις του, τις οποίες σκοπεύει να αναδείξει εντός κι εκτός Βουλής το επόμενο διάστημα και να τις αξιοποιήσει στο πλαίσιο της προγραμματικού χαρακτήρα αντιπολίτευσης που διαβεβαιώνει ότι θα ασκήσει.
Αναφορικά με το εκτός Βουλής σκέλος της αντιπολίτευσης, ο Τσίπρας, μιλώντας στο Reuters, έδωσε το κύριο βάρος στην αλληλεγγύη, λέγοντας ότι «η αλληλεγγύη και η αντίσταση είναι εξίσου σημαντικές, αλλά αυτήν τη στιγμή η αλληλεγγύη είναι πιο σημαντική».
Όσον αφορά το επίμαχο κομμάτι του δημοσιεύματος, στο οποίο αναφέρεται ότι ο Τσίπρας είπε πως δεν θα καλέσει τον κόσμο να κατέβει στους δρόμους κατά του μνημονίου, από τον ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν ότι τέτοια δήλωση δεν υπήρξε, ενώ κορυφαία στελέχη παραπέμπουν στην αναφορά περί «μαχητικής αντιπολίτευσης», η οποία, όπως επισημαίνουν, υποδεικνύει το ακριβώς αντίθετο.
Σε κάθε περίπτωση υπογραμμίζουν ότι ούτως ή άλλως δεν είναι τα κόμματα ως πολιτικοί φορείς που έχουν την πρωτοβουλία της οργάνωσης των κινητοποιήσεων, αλλά τα συνδικάτα, οι συνδικαλιστικοί φορείς κ.λπ.
Πάντως, σε αντίθεση με ό,τι προκαταβολικά του προσάπτουν οι αντίπαλοί του, συνεχίζοντας και μετά τις εκλογές το κλίμα πιέσεων και τρομοκρατίας, σύμφωνα με το οποίο ο Τσίπρας από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα λειτουργήσει κατά τον χαρακτηρισμό που πριν από έναν χρόνο του απέδωσε ο απερχόμενος γραμματέας του ΠΑΣΟΚ («στρατηγός του μπάχαλου»), αξίζει να σημειώσουμε το εξής:
Ο Τσίπρας από νωρίς προέκρινε τις εκλογές ως λύση στο πολιτικό και οικονομικό αδιέξοδο της χώρας, ζητώντας να εκφραστεί ο λαός στην κάλπη, εκτιμώντας ότι έπρεπε να υπάρξουν ομαλές πολιτικές διαδικασίες, ώστε να αποφευχθούν ανεξέλεγκτες κοινωνικές εκρήξεις.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, ο βουλευτής Β’ Αθήνας Δημήτρης Παπαδημούλης σημείωνε χθες: «Θα ηγηθούμε ως δύναμη δημοκρατικής ομαλότητας μιας προσπάθειας για ένα πολιτικό κίνημα αντι-βίας», λέγοντας «“ναι” σε ουσιαστική πολιτική αντιπαράθεση» και «“όχι” στο πισωγύρισμα του τόπου σε φαινόμενα διχασμού και φανατισμού».
Η μεγάλη παράταξη
Εξάλλου τα χαρακτηριστικά που διεκδικεί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτά της «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης της Αριστεράς», της οποίας η διαδικασία συγκρότησης μόλις ξεκινά.
Η επισήμανση του Τσίπρα το βράδυ των εκλογών ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «αποτελεί πια τον βασικό κορμό της λαϊκής, προοδευτικής, αντιμνημονιακής πλειοψηφίας του λαού μας» δεν είναι τυχαία, αντιθέτως περιγράφει τον στρατηγικό στόχο της ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς υπό τη δική του ηγεμονία.
Ήδη το θέμα της επόμενης μέρας του ΣΥΡΙΖΑ τέθηκε στις πρώτες συνεδριάσεις των οργάνων και τις συσκέψεις των ηγετικών στελεχών του. Τις επόμενες μέρες η συζήτηση θα ανοίξει στα όργανα και στις λαϊκές συνελεύσεις, οι οποίες θα συνεχιστούν – τουλάχιστον αυτός είναι ο στόχος του κόμματος.
Ο προβληματισμός των στελεχών έχει δύο σκέλη:
♦ Αφενός την αναζήτηση του καταλληλότερου τρόπου να ενταχθεί στις τάξεις του ένας κόσμος που βρέθηκε δίπλα του κατά την προεκλογική περίοδο, είτε στο πλαίσιο των λαϊκών συνελεύσεων είτε μέσα από την οργάνωση του προεκλογικού αγώνα, και να αξιοποιηθούν οι νέες κοινωνικές δυνάμεις που έχουν συσπειρωθεί γύρω του
♦ Αφετέρου τη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ με ενιαίο τρόπο και υπό ενιαίο κέντρο.
Τις επόμενες μέρες θα διαμορφωθεί η εισήγηση για την οργανωτική ανασυγκρότηση και τον μετασχηματισμό του σε ενιαίο κόμμα, η οποία θα οριστικοποιηθεί σε συνεδρίαση της πανελλαδικής Συντονιστικής Επιτροπής προκειμένου να αποτελέσει στη συνέχεια έναν «οδικό χάρτη» που θα γίνει η βάση της συζήτησης.
Αναμένεται ότι η σχετική διαβούλευση θα «τρέξει» το καλοκαίρι και έως τις αρχές του φθινοπώρου, οπότε μέσα από ένα συνέδριο ή μια πανελλαδική συνδιάσκεψη, ενδεχομένως, θα αποτυπωθεί η νέα πολιτική και οργανωτική του φυσιογνωμία.
Όσον αφορά το ερώτημα για τον ρόλο και τη λειτουργία των συνιστωσών μέσα στο ενιαίο πια σχήμα, στελέχη εκτιμούν ότι θα υπάρξει ένα γενικότερο «ανακάτεμα των χαρτιών», όπου αναμένεται να διαμορφωθούν ρεύματα και τάσεις που θα διαπερνούν τις οργανώσεις.
Μέχρι στιγμής, πέρα από τους όποιους προβληματισμούς, αντιρρήσεις από την πλευρά των συνιστωσών δεν υπάρχουν
Εκ των πραγμάτων η θεαματική εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ από το 4,6% του 2009 στο 26,89% του 2012 είναι ένα επίτευγμα – για «μοναδικό επίτευγμα στη νεότερη πολιτική ιστορία όλης της Ευρώπης» έκανε λόγο ο ίδιος ο Τσίπρας.
Επίτευγμα το οποίο, ωστόσο, συνοδεύεται από βάρη και κρίσιμα στοιχήματα αναφορικά με τη διαχείριση του ποσοστού αυτού.
Τα δύο κεντρικά στοιχήματα ήδη έχουν αναδειχθεί και αφορούν αφενός το πλαίσιο άσκησης αξιωματικής αντιπολίτευσης και αφετέρου τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα με προσανατολισμό πλέον «κόμματος εξουσίας», κάτι το οποίο θα οριστικοποιήσει και τον πολιτικό - ιδεολογικό του μετασχηματισμό.
Όσον αφορά το αποτέλεσμα, οι αριθμοί μιλούν... από μόνοι τους: ο ΣΥΡΙΖΑ εξαπλασίασε σχεδόν την εκλογική επιρροή του μέσα σε διάστημα μερικών εβδομάδων, ενώ σχεδόν επταπλασίασε την κοινοβουλευτική του δύναμη κατακτώντας 71 έδρες.
Κυρίως όμως μιλούν οι απόλυτοι αριθμοί: ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσε 1.655.053 ψήφους, κατά συνέπεια πέτυχε την προσέλκυση περίπου 600.000 ψηφοφόρων επιπλέον σε σχέση με την κάλπη του Μαΐου. Σε σύγκριση με το 2009 ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσε 1.339.388 περισσότερες ψήφους.
Τις επόμενες μέρες το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ θα ολοκληρώσει την αποτίμηση του εκλογικού του αποτελέσματος και ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του, ωστόσο με μια πρώτη ματιά εκτιμά ότι σημείωσε άνοδο στους νέους και γενικά στις παραγωγικές ηλικίες κι εξέφρασε κυρίως ένα προοδευτικό κοινό σε αντιμνημονιακή και αντινεοφιλελεύθερη κατεύθυνση.
Εντυπωσιακή θεωρείται η άνοδος που σημείωσε σε όλες τις περιφέρειες της Αττικής και ιδιαίτερα στη Β’ Αθήνας, όπου έλαβε ποσοστό 31,43% (έναντι 26,23% της Ν.Δ.) και στην Περιφέρεια Αττικής (30,18% έναντι 26,45%).
«Μαχητικά»
Η επόμενη μέρα, λοιπόν, βρίσκει τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι πιέσεις που ασκήθηκαν για τη συμμετοχή του σε μια κυβέρνηση «συνευθύνης» κατά τη λογική του Βενιζέλου, όπως ήταν αναμενόμενο, έπεσαν στο κενό, δεδομένου ότι εγκαίρως ο ΣΥΡΙΖΑ είχε επισημάνει ότι μια κυβέρνηση με «κορμό» τη Ν.Δ. θα είχε μνημονιακό χαρακτήρα.
Άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ, για να αποκρούσει ακριβώς αυτές τις πιέσεις, είχε σπεύσει από νωρίς (προεκλογικώς) να διακηρύξει την πεποίθησή του περί ουσιαστικού, θεσμικού ρόλου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας τοποθετήθηκε αμέσως μετά το εκλογικό αποτέλεσμα λέγοντας: «Θα είμαστε παρόντες στις εξελίξεις από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης».
Σε αυτές τις πρώτες δηλώσεις του ο Τσίπρας έδωσε και το στίγμα της αντιπολίτευσης που θα ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ: «Τις όποιες δυνατότητες διεκδίκησης που προκύπτουν από τη λαϊκή παρέμβαση στις εξελίξεις και από την ισχυρή παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο δεν θα τις χαρίσουμε στους θιασώτες του μνημονίου, αλλά θα απαιτήσουμε από τη θέση της υπεύθυνης και μαχητικής αντιπολίτευσης να τις αξιοποιήσει η κυβέρνηση προς όφελος του λαού. Και θα την κρίνουμε γι’ αυτό».
Τα παραπάνω επανέλαβε και στη δήλωση που ακολούθησε τη συνάντηση με τον Αντώνη Σαμαρά στο πλαίσιο της διερευνητικής του εντολής, προσθέτοντας ότι «η δημοκρατία προβλέπει κυβέρνηση και αντιπολίτευση» και ο ρόλος της δεύτερης είναι «να ασκεί κριτική για τα κακώς κείμενα, να ελέγχει την κυβέρνηση σε κάθε της βήμα και να παρεμβαίνει με μαχητικό και υπεύθυνο τρόπο».
Αντιπολιτευτικό τεστ
Αναμφίβολα, η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης προσφέρει στον ΣΥΡΙΖΑ τον χρόνο να επεξεργαστεί και να «μετρήσει» περαιτέρω στην κοινωνία τις θέσεις του, τις οποίες σκοπεύει να αναδείξει εντός κι εκτός Βουλής το επόμενο διάστημα και να τις αξιοποιήσει στο πλαίσιο της προγραμματικού χαρακτήρα αντιπολίτευσης που διαβεβαιώνει ότι θα ασκήσει.
Αναφορικά με το εκτός Βουλής σκέλος της αντιπολίτευσης, ο Τσίπρας, μιλώντας στο Reuters, έδωσε το κύριο βάρος στην αλληλεγγύη, λέγοντας ότι «η αλληλεγγύη και η αντίσταση είναι εξίσου σημαντικές, αλλά αυτήν τη στιγμή η αλληλεγγύη είναι πιο σημαντική».
Όσον αφορά το επίμαχο κομμάτι του δημοσιεύματος, στο οποίο αναφέρεται ότι ο Τσίπρας είπε πως δεν θα καλέσει τον κόσμο να κατέβει στους δρόμους κατά του μνημονίου, από τον ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν ότι τέτοια δήλωση δεν υπήρξε, ενώ κορυφαία στελέχη παραπέμπουν στην αναφορά περί «μαχητικής αντιπολίτευσης», η οποία, όπως επισημαίνουν, υποδεικνύει το ακριβώς αντίθετο.
Σε κάθε περίπτωση υπογραμμίζουν ότι ούτως ή άλλως δεν είναι τα κόμματα ως πολιτικοί φορείς που έχουν την πρωτοβουλία της οργάνωσης των κινητοποιήσεων, αλλά τα συνδικάτα, οι συνδικαλιστικοί φορείς κ.λπ.
Πάντως, σε αντίθεση με ό,τι προκαταβολικά του προσάπτουν οι αντίπαλοί του, συνεχίζοντας και μετά τις εκλογές το κλίμα πιέσεων και τρομοκρατίας, σύμφωνα με το οποίο ο Τσίπρας από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα λειτουργήσει κατά τον χαρακτηρισμό που πριν από έναν χρόνο του απέδωσε ο απερχόμενος γραμματέας του ΠΑΣΟΚ («στρατηγός του μπάχαλου»), αξίζει να σημειώσουμε το εξής:
Ο Τσίπρας από νωρίς προέκρινε τις εκλογές ως λύση στο πολιτικό και οικονομικό αδιέξοδο της χώρας, ζητώντας να εκφραστεί ο λαός στην κάλπη, εκτιμώντας ότι έπρεπε να υπάρξουν ομαλές πολιτικές διαδικασίες, ώστε να αποφευχθούν ανεξέλεγκτες κοινωνικές εκρήξεις.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, ο βουλευτής Β’ Αθήνας Δημήτρης Παπαδημούλης σημείωνε χθες: «Θα ηγηθούμε ως δύναμη δημοκρατικής ομαλότητας μιας προσπάθειας για ένα πολιτικό κίνημα αντι-βίας», λέγοντας «“ναι” σε ουσιαστική πολιτική αντιπαράθεση» και «“όχι” στο πισωγύρισμα του τόπου σε φαινόμενα διχασμού και φανατισμού».
Η μεγάλη παράταξη
Εξάλλου τα χαρακτηριστικά που διεκδικεί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτά της «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης της Αριστεράς», της οποίας η διαδικασία συγκρότησης μόλις ξεκινά.
Η επισήμανση του Τσίπρα το βράδυ των εκλογών ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «αποτελεί πια τον βασικό κορμό της λαϊκής, προοδευτικής, αντιμνημονιακής πλειοψηφίας του λαού μας» δεν είναι τυχαία, αντιθέτως περιγράφει τον στρατηγικό στόχο της ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς υπό τη δική του ηγεμονία.
Ήδη το θέμα της επόμενης μέρας του ΣΥΡΙΖΑ τέθηκε στις πρώτες συνεδριάσεις των οργάνων και τις συσκέψεις των ηγετικών στελεχών του. Τις επόμενες μέρες η συζήτηση θα ανοίξει στα όργανα και στις λαϊκές συνελεύσεις, οι οποίες θα συνεχιστούν – τουλάχιστον αυτός είναι ο στόχος του κόμματος.
Ο προβληματισμός των στελεχών έχει δύο σκέλη:
♦ Αφενός την αναζήτηση του καταλληλότερου τρόπου να ενταχθεί στις τάξεις του ένας κόσμος που βρέθηκε δίπλα του κατά την προεκλογική περίοδο, είτε στο πλαίσιο των λαϊκών συνελεύσεων είτε μέσα από την οργάνωση του προεκλογικού αγώνα, και να αξιοποιηθούν οι νέες κοινωνικές δυνάμεις που έχουν συσπειρωθεί γύρω του
♦ Αφετέρου τη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ με ενιαίο τρόπο και υπό ενιαίο κέντρο.
Τις επόμενες μέρες θα διαμορφωθεί η εισήγηση για την οργανωτική ανασυγκρότηση και τον μετασχηματισμό του σε ενιαίο κόμμα, η οποία θα οριστικοποιηθεί σε συνεδρίαση της πανελλαδικής Συντονιστικής Επιτροπής προκειμένου να αποτελέσει στη συνέχεια έναν «οδικό χάρτη» που θα γίνει η βάση της συζήτησης.
Αναμένεται ότι η σχετική διαβούλευση θα «τρέξει» το καλοκαίρι και έως τις αρχές του φθινοπώρου, οπότε μέσα από ένα συνέδριο ή μια πανελλαδική συνδιάσκεψη, ενδεχομένως, θα αποτυπωθεί η νέα πολιτική και οργανωτική του φυσιογνωμία.
Όσον αφορά το ερώτημα για τον ρόλο και τη λειτουργία των συνιστωσών μέσα στο ενιαίο πια σχήμα, στελέχη εκτιμούν ότι θα υπάρξει ένα γενικότερο «ανακάτεμα των χαρτιών», όπου αναμένεται να διαμορφωθούν ρεύματα και τάσεις που θα διαπερνούν τις οργανώσεις.
Μέχρι στιγμής, πέρα από τους όποιους προβληματισμούς, αντιρρήσεις από την πλευρά των συνιστωσών δεν υπάρχουν