Του Βασίλειου Μαρκεζίνη
Ακαδημαϊκός
Η χώρα μας βιώνει μια πρωτοφανή κρίση. Παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις που ακούμε συχνά από τον πρωθυπουργό αλλά και από όλα τα κυβερνητικά στελέχη, θεωρώ ότι όλοι τους ξέρουν καλά ότι δεν λένε όλη την αλήθεια στον λαό. Αυτό ισχύει και για τις πρόσφατες ανακοινώσεις σχετικά με τις υποτιθέμενες θετικές συνέπειες της εφαρμογής του PSI, το οποίο οι αγορές, αν μη τι άλλο, δεν φαίνεται να αντιμετωπίζουν με την αισιοδοξία που εκφράζει ο Έλληνας πρωθυπουργός (βλ. The Times, 20 Μαρτίου 2012, σ. 50).
Η Ελλάδα λοιπόν βρίσκεται σε κρισιμότατη κατάσταση, η οποία, σύμφωνα με πολλούς ξένους παρατηρητές και αξιωματούχους, είναι πολύ πιθανό να επιδεινωθεί. Η ύφεση, που άγγιζε το 7,5% το τελευταίο τρίμηνο του 2011 και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα παραμείνει στο 4-5% (αν όχι και περισσότερο) στη χρονιά που διανύουμε. Η ανεργία αναμφισβήτητα θα αυξηθεί. Το κόστος ζωής, ομοίως, θα ανέβει. Τα εισοδήματα των πολιτών, από την άλλη πλευρά, θα μειωθούν δραστικά. Οι συντάξεις έχουν σχεδόν μηδενισθεί και ως μοντέλο βιωτικού επιπέδου οι Ευρωπαίοι φίλοι μας μας επιβάλλουν αυτό της Βουλγαρίας ή και της Ρουμανίας, λύση που χαροποιεί μερικούς επιχειρηματίες μας! Η αγορά θα στεγνώσει από ρευστό. Μόνον οι τράπεζες θα...καταφέρουν να ανακεφαλαιοποιηθούν έχοντας παντού στον κόσμο μεταβληθεί στο ασθενέστατο σημείο το σύγχρονου καπιταλισμού. Έτσι, τα όποια κονδύλια βρεθούν για δημόσια έργα θα κάνουν – κυρίως - ακόμη πλουσιότερους ορισμένους πλούσιους επιχειρηματίες, οι οποίοι, απλώς, θα εκμεταλλευθούν την εργασία ενός απίστευτα κακοπληρωμένου εργατικού δυναμικού.
Επιπλέον, όμως, όπως και οι περισσότεροι ξένοι σχολιαστές, προσωπικά δεν έχω πειστεί ότι η κυβέρνηση θα μπορέσει να εκπληρώσει τους όρους που της επέβαλαν. Η σχεδιαζόμενη αλλά αμφιλεγόμενη «άσκηση σωτηρίας» μπορεί να μην τελεσφορήσει. Πολλοί ξένοι ειδικοί πιστεύουν ότι η χρεοκοπία δεν θα αποφευχθεί. Η έξοδος από το ευρώ, επίσης, δεν μπορεί να αποκλειστεί ως ενδεχόμενο, απλώς έχει αναβληθεί. Και η έξοδος αυτή - δεν πρέπει να το ξεχνάμε - δεν αποτελεί ζήτημα επιλογής για τους Έλληνες, αλλά μια εξέλιξη την οποία τεχνηέντως θα επιβάλουν οι ξένοι όταν θα έχουν πια απηυδήσει πλήρως με τη χώρα μας! Ακόμη πιο ανησυχητικό όμως είναι το τι θα γίνει όταν ξεσπάσει η (σχεδόν αναπόφευκτη) κοινωνική αναταραχή στους δρόμους και πώς (ή μάλλον αν) θα σταθεί δυνατόν να αποτραπεί. Γιατί προσοχή: με το να λέμε ότι αυτή πηγάζει από μερικούς αριστερούς ή κουκουλοφόρους δεν είμεθα μόνο υπεύθηνοι αυταπάτης αλλά και απάτης!
---------------------------
Τα άτομα που «ενορχήστρωσαν» αυτή την πορεία, τις συνέπειες της οποίας σύντομα θα βιώσουμε ακόμη πιο έντονα, είναι οι ορισμένοι αποτυχημένοι πολιτικοί των ελληνικών κυβερνήσεων από το 2000 και μετά.
Αυτή η ολέθρια πορεία, όμως, δεν θα ήταν δυνατόν να έχει καθοριστεί μόνον από τους ίδιους. Έτσι, οι πολιτικοί μας έλαβαν πολύτιμη βοήθεια από ευάριθμους (άπληστους λένε πολλοί) τραπεζίτες και επιχειρηματίες, οι οποίοι δεν αρκούνται να βγάζουν χρήματα αλλά θέλουν επίσης να «κυβερνούν την Ελλάδα», καθώς και από μερικούς μεγιστάνες των ΜΜΕ, οι οποίοι έχουν μεταμορφώσει τις εφημερίδες και τα τηλεοπτικά κανάλια σε μηχανές προπαγάνδας και παραπληροφόρησης.
Η δυσπιστία των αναγνωστών και των τηλεθεατών απέναντι στα ΜΜΕ, την οποία περίτρανα αποδεικνύουν τα χαμηλά ποσοστά αναγνωσιμότητας και τηλεθέασης, δεν αποτελεί εντούτοις επαρκή τιμωρία για μια τέτοια συμπεριφορά! Έτσι, πολλές ελληνικές εφημερίδες είναι σήμερα οικονομικά υπερχρεωμένες, ενώ αρκετές άλλες μετά βίας καταφέρνουν να επιβιώσουν μοιράζοντας… δωρεάν DVD! Εκεί λοιπόν καταντήσαμε; Έμποροι παλαίων DVD να μας επιβάλλουν μαθήματα ηθικής και πολιτικής δεοντολογίας;
Και σαν να με έφταναν όλα αυτά στα πρόσωπα μερικών από αυτούς τους μηχανορράφους των ΜΜΕ βρίσκουν ιδανικούς «συνεταίρους» ορισμένοι ξένοι παράγοντες οι οποίοι εποφθαλμιούν τους πόρους μας σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο και ορυκτό πλούτο.
Πρός τι μία τέτοια συντονισμένη μεγαλό-συνωμοσία; Και πως αποφεύγεται; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που θέλω να εξετάσω σ΄αυτό το δοκίμιο και, στο τελευταίο μέρος, να αναπτύξω μερικές ιδέες μου για περαιτέρω συζήτηση.
------------------------
Καταρχάς, σκοπός των προαναφερθέντων κατεστημένων – και η χώρα μας δεν κυβερνάται από κατεστημένο αλλά από συντονισμένα κατεστημένα - είναι να χρησιμοποιήσουν τις επερχόμενες εκλογές για να διαιωνίσουν το status quo. Είναι άλλωστε διάχυτος ο φόβος ότι μερικά από αυτά μπορεί και να καταφύγουν σε εκβιασμούς, δωροδοκίες, παραπληροφόρηση και προπαγάνδα για να επιτύχουν τον στόχο τους. Το κεντρικό επιχείρημά τους θα φέρει τους ψηφοφόρους αντιμέτωπους με το δίλημμα: «θέλετε ή δεν θέλετε να μείνουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση;» Εξαιρουμένου του ΚΚΕ, δεν γνωρίζω άλλο κόμμα το οποίο να δηλώνει αντίθετο με την παραμονή μας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό που λένε σήμερα ακόμη και τα κόμματα της Αριστεράς είναι ό,τι ακριβώς ισχυρίζεται (ορθώς) η Δεξιά τα τελευταία δύο χρόνια: «Θέλουμε να βρούμε έναν τρόπο επαναδιαπραγμάτευσης». Εκτός τούτου, σας επαναλαμβάνω: στο τέλος η απόφαση αν μείνομε δεν θα είναι δικία μας αλλά δικία τους! Ό,τι έγινε το τελευταίο χρόνο δείχνει ότι οι ενέργιες των Ευρωπαίων αποσκοπούσαν να προστατεύσουν τα δικά των συμφέροντα και μόνο παρεμπιπτόντως τα δικά μας!
Θα εξετάσουμε άραγε σοβαρά αυτό το επιχείρημα τους επόμενους δύο μήνες; Ή μήπως θα το απλουστεύσουμε λέγοντας: «Ή είστε μαζί μας ή σας θεωρούμε ότι είστε εναντίον μας»;
Οι Έλληνες έχουν περάσει τους τελευταίους δεκαοκτώ τουλάχιστον μήνες με τέτοια ψευδοδιλήμματα που τους έθετε συστηματικά ο τύπος. Τρομοκρατημένοι από τα ΜΜΕ, υποχώρησαν κάθε φορά σ’αυτές τις πιέσεις. Θα υποχωρήσουν όμως και τώρα; Δεν θα μπορέσουν άραγε να καταλάβουν ότι αυτό το επιχείρημα αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής με σκοπό την αποδυνάμωση - μια και είναι αδύνατη η εξουδετέρωση - των κομμάτων της Αριστεράς; Εάν όμως υποχωρήσουν, αυτοί και μόνο θα φταίνε για τα δέκα (ή και περισσότερα) χρόνια δυστυχίας που τους περιμένουν, όπως και για την απώλεια των εθνικών πόρων τους, που επίσης τους περιμένει στο άμεσο μέλλον.
Σε πολλούς ευσταθεί η άποψη ότι στη χώρα μας η δημοκρατία υπάρχει σήμερα μόνον εν μέρει. Παραδείγματος χάριν, το δικαίωμα της δημόσιων διαδηλώσεων αποτελεί αντικείμενο καθημερινής κατάχρησης χωρίς να αποφέρει κανένα αποτέλεσμα. Εντούτοις, το δικαίωμα καταστολής της δημόσιας διαμαρτυρίας αποτελεί αντικείμενο ακόμη μεγαλύτερης κατάχρησης, η οποία μάλιστα μερικές φορές συνοδεύεται και από πρωτοφανή άσκηση βίας ή ακόμη - όπως φημολογείται - και συγκαλυμμένη κρατική προβοκάτσια. Οι πολιτικοί μας παρεκτρέπονται, σε οικονομικό ή άλλο επίπεδο, αλλά τα ελληνικά ΜΜΕ σπανίως ερευνούν στον δέοντα βαθμό τις ενδείξεις αυτών των παρεκτροπών, ενώ οι ίδιοι οι πολιτικοί στο τέλος καταφέρνουν να απαλλαχθούν από κάθε ευθύνη χρησιμοποιώντας παρωχημένες κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Και σήμερα, μέσα από την τεχνητή επίταση της αντιαριστερής προπαγάνδας, βλέπουμε ένα τμήμα του πολιτικού κόσμου να προσπαθεί να κερδίσει μερικές ποσοστιαίες μονάδες στις δημοσκοπήσεις με κίνδυνο να αναζωπυρωθούν υπό δριμύτατη μορφή οι διχασμοί του Εμφυλίου Πολέμου. Κατά τα φαινόμενα, οι υστερόβουλοι αυτοί υπολογισμοί παραβλέπουν το γεγονός ότι οι ψηφοφόροι, για πρώτη φορά, θα έχουν να επιλέξουν μέσα από μια σειρά μικρότερα κόμματα που θα διεκδικούν την ψήφο τους. Κατά κύριο λόγο, όμως, παραβλέπουν τη βαθιά δυσαρέσκεια του λαού για τα δύο μεγάλα κόμματα που έχουν (κακο)κυβερνήσει τη χώρα εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια. Αυτή η δυσαρέσκεια αποφεύγεται με κομματικά τεχνάσματα;
Τα αστικά κόμματα, καθώς και οι εφημερίδες που εξασφαλίζουν τη στήριξή τους, φέρουν κοινό μερίδιο ευθύνης για την επιδιωκόμενη αυτή πόλωση. Διότι, μπορεί, μετά τις εκλογές, τα κόμματα αυτά να αποδειχθούν ανίκανα να κυβερνήσουν (είτε μόνα τους είτε – πιθανότατα - υπό κάποια μορφή συνεργασίας) εάν έχουν ακυρώσει πλήρως την διάθεση συνεργασίας η ανοχής - τουλάχιστο σ’ ένα βαθμό - των αριστερών κομμάτων με το να τους κολλήσουν την ετικέτα των «επικίνδυνων εξτρεμιστών». Αντίθέτως, όλοι μας πρέπει να είμεθα έτοιμοι να συμπράξομε – έστω και χαλαρά - μαζί τους μέσα στο ευρύτερο δημοκρατικό πλαίσιο και για να εδραιώσομε ακόμη καλύτερα το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Εκτός τούτου, αυτή η ετικέτα των «επικίνδυνων εξτρεμιστών» θα είναι και άδική μια και πολλοί που θα ψηφίσουν αριστερίζοντα ή φιλελεύθερα κόμματα δεν θα είναι ούτε αριστεροί ούτε εξτρεμισταί αλλά άνεργοι, πεινασμένοι ή αδικημένοι μικρό-αστοί, συνταξιούχοι, νέοι άνεργοι, ακόμη και ... απογοητευμένοι νεοδημοκράται!
Αυτή είναι η μια μεριά του νομίσματος. Η άλλη είναι ότι σοβαρό μερίδιο της ευθύνης για μια βαθύτερη εθνική διχόνοια ανήκει την ίδια την Αριστερά, εφόσον, αντί να επιζητεί και αυτή τη συμφιλίωση ή τον εκσυγχρονισμό των ιδεών της, ενθαρρύνει την πολιτική σύγκρουση παρουσιάζοντας προγράμματα που, τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τη διατύπωσή τους, παραμένουν προσκολλημένα σε μια εντελώς παρωχημένη αριστερή ρητορική. Ακόμη και η Εκκλησία, πραγματικός στυλοβάτης της κοινωνίας μας, απειλείται καθημερινά από μέλη του αριστερού κόσμου (άλλα όχι μόνο), αντί να αντιμετωπίζεται, από κοινού με την ιστορία και τον πολιτισμό μας, ως σημείο αναφοράς για το τι ήμασταν, τι είμαστε, και τι θα μπορούσαμε κάποτε να γίνουμε.
Το ίδιο ισχύει για τον εθνικά αποκοδομητικό ρόλο που έπαιξαν αριστεροί συγγραφείς στην παραγωγή των νέων σχολικών εγχειριδίων του Δημοτικού σχολείου που εγράφησαν στη συνέχεια της απαράδεκτης συμφωνιάς Παπανδρεόυ-Τζέμ που κατέληξε - συχνά με Ελληνο-Κυπριακά χρήματα – στν εμφάνηση συγγραμμάτων που παρεποιήσαν τα δεινά του λαού και της Εκκλησίας μας κατά την διάρκεια της βάρβαρης τουρκοκράτιας και, αντιστρόφως, να ωραιοποιήσουν τους Ασιάτες κατακτητάς. Η προσπάθεια αυτή έτυχε ευρύτατης αποδοκιμασίας από διάφορα τμήματα της κοινωνίας μας και σήμερα πλέον φυτοζωεί παρα την υποστήρηξη οργανώσεων που πασχίζουν να κρατήσουν ζωντανό το θνήσκοντα Ευρωπαϊκό «Ατλαντισμό». Αναμφισβήτητα όμως συνέβαλλε και αυτή στην εθνική αποσύνθεση, η αποφορά της οποίας έχει ήδη αρχίσει να γίνεται δυσβάσταχτη!
Η συμφιλίωση λοιπόν είναι υποχρέωση όλων, δεξιών και αριστερών, για να υπάρξει η αναγκαία υποδομή για να ανακάμψει εθνικά και οικονομικά η βαρύτατα πάσχουσα πατρίδα μας. Καταδικάζομε λοιπόν όσους και όλους που δυσκολεύουν αυτή την πορεία, παρατείνοντας έτσι την κακουχία που πηγάζει από εθνικούς διχασμούς και κομματικούς φατριάσμους.
Ακαδημαϊκός
Η χώρα μας βιώνει μια πρωτοφανή κρίση. Παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις που ακούμε συχνά από τον πρωθυπουργό αλλά και από όλα τα κυβερνητικά στελέχη, θεωρώ ότι όλοι τους ξέρουν καλά ότι δεν λένε όλη την αλήθεια στον λαό. Αυτό ισχύει και για τις πρόσφατες ανακοινώσεις σχετικά με τις υποτιθέμενες θετικές συνέπειες της εφαρμογής του PSI, το οποίο οι αγορές, αν μη τι άλλο, δεν φαίνεται να αντιμετωπίζουν με την αισιοδοξία που εκφράζει ο Έλληνας πρωθυπουργός (βλ. The Times, 20 Μαρτίου 2012, σ. 50).
Η Ελλάδα λοιπόν βρίσκεται σε κρισιμότατη κατάσταση, η οποία, σύμφωνα με πολλούς ξένους παρατηρητές και αξιωματούχους, είναι πολύ πιθανό να επιδεινωθεί. Η ύφεση, που άγγιζε το 7,5% το τελευταίο τρίμηνο του 2011 και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα παραμείνει στο 4-5% (αν όχι και περισσότερο) στη χρονιά που διανύουμε. Η ανεργία αναμφισβήτητα θα αυξηθεί. Το κόστος ζωής, ομοίως, θα ανέβει. Τα εισοδήματα των πολιτών, από την άλλη πλευρά, θα μειωθούν δραστικά. Οι συντάξεις έχουν σχεδόν μηδενισθεί και ως μοντέλο βιωτικού επιπέδου οι Ευρωπαίοι φίλοι μας μας επιβάλλουν αυτό της Βουλγαρίας ή και της Ρουμανίας, λύση που χαροποιεί μερικούς επιχειρηματίες μας! Η αγορά θα στεγνώσει από ρευστό. Μόνον οι τράπεζες θα...καταφέρουν να ανακεφαλαιοποιηθούν έχοντας παντού στον κόσμο μεταβληθεί στο ασθενέστατο σημείο το σύγχρονου καπιταλισμού. Έτσι, τα όποια κονδύλια βρεθούν για δημόσια έργα θα κάνουν – κυρίως - ακόμη πλουσιότερους ορισμένους πλούσιους επιχειρηματίες, οι οποίοι, απλώς, θα εκμεταλλευθούν την εργασία ενός απίστευτα κακοπληρωμένου εργατικού δυναμικού.
Επιπλέον, όμως, όπως και οι περισσότεροι ξένοι σχολιαστές, προσωπικά δεν έχω πειστεί ότι η κυβέρνηση θα μπορέσει να εκπληρώσει τους όρους που της επέβαλαν. Η σχεδιαζόμενη αλλά αμφιλεγόμενη «άσκηση σωτηρίας» μπορεί να μην τελεσφορήσει. Πολλοί ξένοι ειδικοί πιστεύουν ότι η χρεοκοπία δεν θα αποφευχθεί. Η έξοδος από το ευρώ, επίσης, δεν μπορεί να αποκλειστεί ως ενδεχόμενο, απλώς έχει αναβληθεί. Και η έξοδος αυτή - δεν πρέπει να το ξεχνάμε - δεν αποτελεί ζήτημα επιλογής για τους Έλληνες, αλλά μια εξέλιξη την οποία τεχνηέντως θα επιβάλουν οι ξένοι όταν θα έχουν πια απηυδήσει πλήρως με τη χώρα μας! Ακόμη πιο ανησυχητικό όμως είναι το τι θα γίνει όταν ξεσπάσει η (σχεδόν αναπόφευκτη) κοινωνική αναταραχή στους δρόμους και πώς (ή μάλλον αν) θα σταθεί δυνατόν να αποτραπεί. Γιατί προσοχή: με το να λέμε ότι αυτή πηγάζει από μερικούς αριστερούς ή κουκουλοφόρους δεν είμεθα μόνο υπεύθηνοι αυταπάτης αλλά και απάτης!
---------------------------
Τα άτομα που «ενορχήστρωσαν» αυτή την πορεία, τις συνέπειες της οποίας σύντομα θα βιώσουμε ακόμη πιο έντονα, είναι οι ορισμένοι αποτυχημένοι πολιτικοί των ελληνικών κυβερνήσεων από το 2000 και μετά.
Αυτή η ολέθρια πορεία, όμως, δεν θα ήταν δυνατόν να έχει καθοριστεί μόνον από τους ίδιους. Έτσι, οι πολιτικοί μας έλαβαν πολύτιμη βοήθεια από ευάριθμους (άπληστους λένε πολλοί) τραπεζίτες και επιχειρηματίες, οι οποίοι δεν αρκούνται να βγάζουν χρήματα αλλά θέλουν επίσης να «κυβερνούν την Ελλάδα», καθώς και από μερικούς μεγιστάνες των ΜΜΕ, οι οποίοι έχουν μεταμορφώσει τις εφημερίδες και τα τηλεοπτικά κανάλια σε μηχανές προπαγάνδας και παραπληροφόρησης.
Η δυσπιστία των αναγνωστών και των τηλεθεατών απέναντι στα ΜΜΕ, την οποία περίτρανα αποδεικνύουν τα χαμηλά ποσοστά αναγνωσιμότητας και τηλεθέασης, δεν αποτελεί εντούτοις επαρκή τιμωρία για μια τέτοια συμπεριφορά! Έτσι, πολλές ελληνικές εφημερίδες είναι σήμερα οικονομικά υπερχρεωμένες, ενώ αρκετές άλλες μετά βίας καταφέρνουν να επιβιώσουν μοιράζοντας… δωρεάν DVD! Εκεί λοιπόν καταντήσαμε; Έμποροι παλαίων DVD να μας επιβάλλουν μαθήματα ηθικής και πολιτικής δεοντολογίας;
Και σαν να με έφταναν όλα αυτά στα πρόσωπα μερικών από αυτούς τους μηχανορράφους των ΜΜΕ βρίσκουν ιδανικούς «συνεταίρους» ορισμένοι ξένοι παράγοντες οι οποίοι εποφθαλμιούν τους πόρους μας σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο και ορυκτό πλούτο.
Πρός τι μία τέτοια συντονισμένη μεγαλό-συνωμοσία; Και πως αποφεύγεται; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που θέλω να εξετάσω σ΄αυτό το δοκίμιο και, στο τελευταίο μέρος, να αναπτύξω μερικές ιδέες μου για περαιτέρω συζήτηση.
------------------------
Καταρχάς, σκοπός των προαναφερθέντων κατεστημένων – και η χώρα μας δεν κυβερνάται από κατεστημένο αλλά από συντονισμένα κατεστημένα - είναι να χρησιμοποιήσουν τις επερχόμενες εκλογές για να διαιωνίσουν το status quo. Είναι άλλωστε διάχυτος ο φόβος ότι μερικά από αυτά μπορεί και να καταφύγουν σε εκβιασμούς, δωροδοκίες, παραπληροφόρηση και προπαγάνδα για να επιτύχουν τον στόχο τους. Το κεντρικό επιχείρημά τους θα φέρει τους ψηφοφόρους αντιμέτωπους με το δίλημμα: «θέλετε ή δεν θέλετε να μείνουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση;» Εξαιρουμένου του ΚΚΕ, δεν γνωρίζω άλλο κόμμα το οποίο να δηλώνει αντίθετο με την παραμονή μας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό που λένε σήμερα ακόμη και τα κόμματα της Αριστεράς είναι ό,τι ακριβώς ισχυρίζεται (ορθώς) η Δεξιά τα τελευταία δύο χρόνια: «Θέλουμε να βρούμε έναν τρόπο επαναδιαπραγμάτευσης». Εκτός τούτου, σας επαναλαμβάνω: στο τέλος η απόφαση αν μείνομε δεν θα είναι δικία μας αλλά δικία τους! Ό,τι έγινε το τελευταίο χρόνο δείχνει ότι οι ενέργιες των Ευρωπαίων αποσκοπούσαν να προστατεύσουν τα δικά των συμφέροντα και μόνο παρεμπιπτόντως τα δικά μας!
Θα εξετάσουμε άραγε σοβαρά αυτό το επιχείρημα τους επόμενους δύο μήνες; Ή μήπως θα το απλουστεύσουμε λέγοντας: «Ή είστε μαζί μας ή σας θεωρούμε ότι είστε εναντίον μας»;
Οι Έλληνες έχουν περάσει τους τελευταίους δεκαοκτώ τουλάχιστον μήνες με τέτοια ψευδοδιλήμματα που τους έθετε συστηματικά ο τύπος. Τρομοκρατημένοι από τα ΜΜΕ, υποχώρησαν κάθε φορά σ’αυτές τις πιέσεις. Θα υποχωρήσουν όμως και τώρα; Δεν θα μπορέσουν άραγε να καταλάβουν ότι αυτό το επιχείρημα αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής με σκοπό την αποδυνάμωση - μια και είναι αδύνατη η εξουδετέρωση - των κομμάτων της Αριστεράς; Εάν όμως υποχωρήσουν, αυτοί και μόνο θα φταίνε για τα δέκα (ή και περισσότερα) χρόνια δυστυχίας που τους περιμένουν, όπως και για την απώλεια των εθνικών πόρων τους, που επίσης τους περιμένει στο άμεσο μέλλον.
Σε πολλούς ευσταθεί η άποψη ότι στη χώρα μας η δημοκρατία υπάρχει σήμερα μόνον εν μέρει. Παραδείγματος χάριν, το δικαίωμα της δημόσιων διαδηλώσεων αποτελεί αντικείμενο καθημερινής κατάχρησης χωρίς να αποφέρει κανένα αποτέλεσμα. Εντούτοις, το δικαίωμα καταστολής της δημόσιας διαμαρτυρίας αποτελεί αντικείμενο ακόμη μεγαλύτερης κατάχρησης, η οποία μάλιστα μερικές φορές συνοδεύεται και από πρωτοφανή άσκηση βίας ή ακόμη - όπως φημολογείται - και συγκαλυμμένη κρατική προβοκάτσια. Οι πολιτικοί μας παρεκτρέπονται, σε οικονομικό ή άλλο επίπεδο, αλλά τα ελληνικά ΜΜΕ σπανίως ερευνούν στον δέοντα βαθμό τις ενδείξεις αυτών των παρεκτροπών, ενώ οι ίδιοι οι πολιτικοί στο τέλος καταφέρνουν να απαλλαχθούν από κάθε ευθύνη χρησιμοποιώντας παρωχημένες κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Και σήμερα, μέσα από την τεχνητή επίταση της αντιαριστερής προπαγάνδας, βλέπουμε ένα τμήμα του πολιτικού κόσμου να προσπαθεί να κερδίσει μερικές ποσοστιαίες μονάδες στις δημοσκοπήσεις με κίνδυνο να αναζωπυρωθούν υπό δριμύτατη μορφή οι διχασμοί του Εμφυλίου Πολέμου. Κατά τα φαινόμενα, οι υστερόβουλοι αυτοί υπολογισμοί παραβλέπουν το γεγονός ότι οι ψηφοφόροι, για πρώτη φορά, θα έχουν να επιλέξουν μέσα από μια σειρά μικρότερα κόμματα που θα διεκδικούν την ψήφο τους. Κατά κύριο λόγο, όμως, παραβλέπουν τη βαθιά δυσαρέσκεια του λαού για τα δύο μεγάλα κόμματα που έχουν (κακο)κυβερνήσει τη χώρα εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια. Αυτή η δυσαρέσκεια αποφεύγεται με κομματικά τεχνάσματα;
Τα αστικά κόμματα, καθώς και οι εφημερίδες που εξασφαλίζουν τη στήριξή τους, φέρουν κοινό μερίδιο ευθύνης για την επιδιωκόμενη αυτή πόλωση. Διότι, μπορεί, μετά τις εκλογές, τα κόμματα αυτά να αποδειχθούν ανίκανα να κυβερνήσουν (είτε μόνα τους είτε – πιθανότατα - υπό κάποια μορφή συνεργασίας) εάν έχουν ακυρώσει πλήρως την διάθεση συνεργασίας η ανοχής - τουλάχιστο σ’ ένα βαθμό - των αριστερών κομμάτων με το να τους κολλήσουν την ετικέτα των «επικίνδυνων εξτρεμιστών». Αντίθέτως, όλοι μας πρέπει να είμεθα έτοιμοι να συμπράξομε – έστω και χαλαρά - μαζί τους μέσα στο ευρύτερο δημοκρατικό πλαίσιο και για να εδραιώσομε ακόμη καλύτερα το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Εκτός τούτου, αυτή η ετικέτα των «επικίνδυνων εξτρεμιστών» θα είναι και άδική μια και πολλοί που θα ψηφίσουν αριστερίζοντα ή φιλελεύθερα κόμματα δεν θα είναι ούτε αριστεροί ούτε εξτρεμισταί αλλά άνεργοι, πεινασμένοι ή αδικημένοι μικρό-αστοί, συνταξιούχοι, νέοι άνεργοι, ακόμη και ... απογοητευμένοι νεοδημοκράται!
Αυτή είναι η μια μεριά του νομίσματος. Η άλλη είναι ότι σοβαρό μερίδιο της ευθύνης για μια βαθύτερη εθνική διχόνοια ανήκει την ίδια την Αριστερά, εφόσον, αντί να επιζητεί και αυτή τη συμφιλίωση ή τον εκσυγχρονισμό των ιδεών της, ενθαρρύνει την πολιτική σύγκρουση παρουσιάζοντας προγράμματα που, τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τη διατύπωσή τους, παραμένουν προσκολλημένα σε μια εντελώς παρωχημένη αριστερή ρητορική. Ακόμη και η Εκκλησία, πραγματικός στυλοβάτης της κοινωνίας μας, απειλείται καθημερινά από μέλη του αριστερού κόσμου (άλλα όχι μόνο), αντί να αντιμετωπίζεται, από κοινού με την ιστορία και τον πολιτισμό μας, ως σημείο αναφοράς για το τι ήμασταν, τι είμαστε, και τι θα μπορούσαμε κάποτε να γίνουμε.
Το ίδιο ισχύει για τον εθνικά αποκοδομητικό ρόλο που έπαιξαν αριστεροί συγγραφείς στην παραγωγή των νέων σχολικών εγχειριδίων του Δημοτικού σχολείου που εγράφησαν στη συνέχεια της απαράδεκτης συμφωνιάς Παπανδρεόυ-Τζέμ που κατέληξε - συχνά με Ελληνο-Κυπριακά χρήματα – στν εμφάνηση συγγραμμάτων που παρεποιήσαν τα δεινά του λαού και της Εκκλησίας μας κατά την διάρκεια της βάρβαρης τουρκοκράτιας και, αντιστρόφως, να ωραιοποιήσουν τους Ασιάτες κατακτητάς. Η προσπάθεια αυτή έτυχε ευρύτατης αποδοκιμασίας από διάφορα τμήματα της κοινωνίας μας και σήμερα πλέον φυτοζωεί παρα την υποστήρηξη οργανώσεων που πασχίζουν να κρατήσουν ζωντανό το θνήσκοντα Ευρωπαϊκό «Ατλαντισμό». Αναμφισβήτητα όμως συνέβαλλε και αυτή στην εθνική αποσύνθεση, η αποφορά της οποίας έχει ήδη αρχίσει να γίνεται δυσβάσταχτη!
Η συμφιλίωση λοιπόν είναι υποχρέωση όλων, δεξιών και αριστερών, για να υπάρξει η αναγκαία υποδομή για να ανακάμψει εθνικά και οικονομικά η βαρύτατα πάσχουσα πατρίδα μας. Καταδικάζομε λοιπόν όσους και όλους που δυσκολεύουν αυτή την πορεία, παρατείνοντας έτσι την κακουχία που πηγάζει από εθνικούς διχασμούς και κομματικούς φατριάσμους.