ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ Κ. ΨΥΧΟΓΙΟΥ
Η ίδρυση της Δημοκρατικής Αριστεράς είναι άραγε το τελευταίο βήμα στην πορεία που ξεκίνησε μερίδα του κομμουνιστικού κινήματος πριν από 42 χρόνια ή νέο ξεκίνημα; Τότε, τον Φεβρουάριο του 1968, όταν έγινε η διάσπαση του ΚΚΕ, όσοι συντάχθηκαν με το μέρος του Μήτσου Παρτσαλίδη στην αντιπαράθεσή του με τον γραμματέα του κόμματος Κώστα Κολιγιάννη σίγουρα δεν μπορούσαν να φανταστούν όσα ακολούθησαν. Η κατάσταση ήταν συγκεχυμένη, κανείς δεν πίστευε ότι η ρήξη ήταν οριστική, οι πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές ήσαν ασαφείς, κάθε πλευρά κατηγορούσε την άλλη για παραβίαση της κομματικής νομιμότητας. Ο πολιτικός πυρήνας των σημερινών ιδρυτών της Δημοκρατικής Αριστεράς ήσαν φοιτητές, ανήκαν στον Ρήγα Φεραίο ή στις κομματικές οργανώσεις του ΚΚΕ Εσωτερικού, που ιδρύθηκε μετά τη διάσπαση. Εδιναν αρχικά μάχες με την ΚΝΕ και τους αριστεριστές για το ποιος είναι γνησιότερος κομμουνιστής, αλλά σιγά σιγά εντάσσονταν στη λογική του «ευρωκομμουνισμού», έγιναν θερμοί υποστηρικτές της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, διεκδικώντας ταυτόχρονα τον τίτλο και τις παραδόσεις του ΚΚΕ με ιδεολογικό πρόγραμμα την «ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος».
Η απομάκρυνση του ΚΚΕ Εσωτερικού από τον μαρξισμό- λενινισμό και η αποδοχή του γεγονότος ότι «ένα είναι το ΚΚΕ, αυτό που αναγνωρίζει η Μόσχα και οι ψηφοφόροι» ήταν μακρά και επίπονη. Συντελέστηκε μόλις το 1987, όταν το κόμμα συνεργάστηκε με εκτός ΠαΣοΚ και ΚΚΕ αριστερούς και μεταλλάχθηκε σε Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ, στην οποία εντάχθηκε και ο υπογράφων) με πρόεδρο τον Λεωνίδα Κύρκο. Τότε αποχώρησε σημαντική μερίδα στελεχών και μελών του κόμματος υπό τον πρώην γραμματέα Γιάννη Μπανιά που επέμεναν στη διατήρηση του κομμουνιστικού χαρακτήρα του κόμματος. Εναν χρόνο αργότερα, ΕΑΡ και ΚΚΕ συνέπηξαν τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, ακολούθησε το 1991 η αποχώρηση του ΚΚΕ και διάσπασή του: Μαρία Δαμανάκη, Αλέκος Αλαβάνος, Μίμης Ανδρουλάκης, Γρηγόρης Φαράκος , και άλλοι διαφωνούν και παραμένουν στον Συνασπισμό. Θεσμικά και οργανωτικά πρόκειται για τον σημερινό Συνασπισμό της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας - και ας έχουν αποχωρήσει οι Ανανεωτές, όσοι πρωταγωνίστησαν στην ίδρυσή του και όλοι οι πριν από τον Αλέξη Τσίπρα πρό εδροί του: Μαρία Δαμανάκη, Νίκος Κωνσταντόπουλος, Αλέκος Αλαβάνος.
Ο βασικός πολιτικός πυρήνας της Δημοκρατικής Αριστεράς προέρχεται από το παλαιό ΚΚΕ Εσωτερικού. Μπορεί στη διαδρομή τους τα στελέχη αυτά να έσμιξαν με παλιούς τους αντιπάλους, με τα συνομήλικά τους στελέχη της ΚΝΕ μέσω του Συνασπισμού ή με τον Γιάννη Μπανιά που προΐσταται μικρής συνιστώσας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αποχωρίστηκαν και πολλούς συντρόφους, κυρίως από τον χώρο της Νεολαίας και της διανόησης: η εκλογική απήχηση του ΚΚΕ Εσωτερικού ήταν πάντα πολύ μικρή, η επιρροή του όμως ήταν εντυπωσιακή στα πανεπιστήμια, στον Τύπο, στον καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό χώρο. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι το μεγαλύτερο μέρος του έργου που έχει παραχθεί στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, στα γράμματα και στις τέχνες κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο προέρχεται από ανθρώπους του χώρου του ΚΚΕ Εσωτερικού- αλλά οι περισσότεροι έφευγαν σιγά σιγά προς το ΠαΣοΚ μετά τη συμμαχία με το ΚΚΕ και κυρίως κατά την πρωθυπουργία Σημίτη. Και η Νεολαία του Συνασπισμού δεν είχε ποτέ τη δύναμη που είχε ο Ρήγας Φεραίος στα πανεπιστήμια.
Η ακραία επιθετικότητα του Συνασπισμού κατά των κυβερνήσεων Σημίτη (και του ίδιου του πρωθυπουργού προσωπικά), όταν ήταν πρόεδρος ο Νίκος Κωνσταντόπουλος, δεν ερμηνεύεται πολιτικά- και είναι ακόμη δυσκολότερο να κατανοηθεί γιατί οι Ανανεωτές παρέμειναν τότε στον Συνασπισμό όταν σημαντικό μέρος του δικού τους κόσμου αποχωρούσε. Μήπως είναι κάπως αργά να έχει κανείς σήμερα σημαία τον «αριστερό ευρωπαϊσμό» όταν τον πολεμούσε την εποχή που κυβερνούσε; Γιατί, όπως και αν το κάνουμε, ο «αριστερός ευρωπαϊσμός» εκφράζεται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης πρωτίστως, με τα σοσιαλιστικά-σοσιαλδημοκρατικά κόμματα- μόνο στην Ελλάδα έχουμε το παράδοξο η κομμουνιστογενής Αριστερά να αρνείται να αναγνωρίσει ως «αριστερό» το ΠαΣοΚ και να χαρακτηρίζει τον ευρωπαϊσμό του «νεοφιλελεύθερο», κρατώντας τον τίτλο «Αριστερά» μόνο για την παράταξη που ηττήθηκε στο εμφύλιο πόλεμο.
Η ανανεωτική Αριστερά, εγκλωβισμένη στον Συνασπισμό (συνασπισμό πλέον κομματαρχών της Αριστεράς που συνυπήρχαν για εκλογικούς λόγους), πολεμώντας τον σημιτικό εκσυγχρονισμό πολέμησε τον εαυτό της και δεν μπορούσε μετά παρά να υποκύψει στη νεοκομμουνιστική ρητορική του Αλέκου Αλαβάνου και στο ναπολεόντειο σύνδρομό του ότι υπό την ηγεσία του το κόμμα θα γινόταν «νέο ΠαΣοΚ»- και σιγά σιγά περιθωριοποιήθηκε. Ο Αλέξης Τσίπρας για να επιβεβαιώσει την ηγεσία του έπρεπε να δημιουργήσει νέους μηχανισμούς, να μοιράσει θέσεις σε δικούς του ανθρώπους- και άνοιξε την πόρτα στους ανανεωτές για να αποχωρήσουν.
Μπορεί κανείς να θαυμάζει το κουράγιο σημαντικών ανθρώπων που μετά τόσες περιπέτειες ιδρύουν νέο κόμμα, δικαιούται όμως να αναρωτηθεί μήπως αυτό γίνεται πολύ αργά- γιατί δεν είναι καθόλου προφανές ότι ο Γιώργος Παπανδρέου τούς χρειάζεται σήμερα όσο τούς χρειαζόταν τότε ο Κώστας Σημίτης.
Η ίδρυση της Δημοκρατικής Αριστεράς είναι άραγε το τελευταίο βήμα στην πορεία που ξεκίνησε μερίδα του κομμουνιστικού κινήματος πριν από 42 χρόνια ή νέο ξεκίνημα; Τότε, τον Φεβρουάριο του 1968, όταν έγινε η διάσπαση του ΚΚΕ, όσοι συντάχθηκαν με το μέρος του Μήτσου Παρτσαλίδη στην αντιπαράθεσή του με τον γραμματέα του κόμματος Κώστα Κολιγιάννη σίγουρα δεν μπορούσαν να φανταστούν όσα ακολούθησαν. Η κατάσταση ήταν συγκεχυμένη, κανείς δεν πίστευε ότι η ρήξη ήταν οριστική, οι πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές ήσαν ασαφείς, κάθε πλευρά κατηγορούσε την άλλη για παραβίαση της κομματικής νομιμότητας. Ο πολιτικός πυρήνας των σημερινών ιδρυτών της Δημοκρατικής Αριστεράς ήσαν φοιτητές, ανήκαν στον Ρήγα Φεραίο ή στις κομματικές οργανώσεις του ΚΚΕ Εσωτερικού, που ιδρύθηκε μετά τη διάσπαση. Εδιναν αρχικά μάχες με την ΚΝΕ και τους αριστεριστές για το ποιος είναι γνησιότερος κομμουνιστής, αλλά σιγά σιγά εντάσσονταν στη λογική του «ευρωκομμουνισμού», έγιναν θερμοί υποστηρικτές της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, διεκδικώντας ταυτόχρονα τον τίτλο και τις παραδόσεις του ΚΚΕ με ιδεολογικό πρόγραμμα την «ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος».
Η απομάκρυνση του ΚΚΕ Εσωτερικού από τον μαρξισμό- λενινισμό και η αποδοχή του γεγονότος ότι «ένα είναι το ΚΚΕ, αυτό που αναγνωρίζει η Μόσχα και οι ψηφοφόροι» ήταν μακρά και επίπονη. Συντελέστηκε μόλις το 1987, όταν το κόμμα συνεργάστηκε με εκτός ΠαΣοΚ και ΚΚΕ αριστερούς και μεταλλάχθηκε σε Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ, στην οποία εντάχθηκε και ο υπογράφων) με πρόεδρο τον Λεωνίδα Κύρκο. Τότε αποχώρησε σημαντική μερίδα στελεχών και μελών του κόμματος υπό τον πρώην γραμματέα Γιάννη Μπανιά που επέμεναν στη διατήρηση του κομμουνιστικού χαρακτήρα του κόμματος. Εναν χρόνο αργότερα, ΕΑΡ και ΚΚΕ συνέπηξαν τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, ακολούθησε το 1991 η αποχώρηση του ΚΚΕ και διάσπασή του: Μαρία Δαμανάκη, Αλέκος Αλαβάνος, Μίμης Ανδρουλάκης, Γρηγόρης Φαράκος , και άλλοι διαφωνούν και παραμένουν στον Συνασπισμό. Θεσμικά και οργανωτικά πρόκειται για τον σημερινό Συνασπισμό της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας - και ας έχουν αποχωρήσει οι Ανανεωτές, όσοι πρωταγωνίστησαν στην ίδρυσή του και όλοι οι πριν από τον Αλέξη Τσίπρα πρό εδροί του: Μαρία Δαμανάκη, Νίκος Κωνσταντόπουλος, Αλέκος Αλαβάνος.
Ο βασικός πολιτικός πυρήνας της Δημοκρατικής Αριστεράς προέρχεται από το παλαιό ΚΚΕ Εσωτερικού. Μπορεί στη διαδρομή τους τα στελέχη αυτά να έσμιξαν με παλιούς τους αντιπάλους, με τα συνομήλικά τους στελέχη της ΚΝΕ μέσω του Συνασπισμού ή με τον Γιάννη Μπανιά που προΐσταται μικρής συνιστώσας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αποχωρίστηκαν και πολλούς συντρόφους, κυρίως από τον χώρο της Νεολαίας και της διανόησης: η εκλογική απήχηση του ΚΚΕ Εσωτερικού ήταν πάντα πολύ μικρή, η επιρροή του όμως ήταν εντυπωσιακή στα πανεπιστήμια, στον Τύπο, στον καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό χώρο. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι το μεγαλύτερο μέρος του έργου που έχει παραχθεί στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, στα γράμματα και στις τέχνες κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο προέρχεται από ανθρώπους του χώρου του ΚΚΕ Εσωτερικού- αλλά οι περισσότεροι έφευγαν σιγά σιγά προς το ΠαΣοΚ μετά τη συμμαχία με το ΚΚΕ και κυρίως κατά την πρωθυπουργία Σημίτη. Και η Νεολαία του Συνασπισμού δεν είχε ποτέ τη δύναμη που είχε ο Ρήγας Φεραίος στα πανεπιστήμια.
Η ακραία επιθετικότητα του Συνασπισμού κατά των κυβερνήσεων Σημίτη (και του ίδιου του πρωθυπουργού προσωπικά), όταν ήταν πρόεδρος ο Νίκος Κωνσταντόπουλος, δεν ερμηνεύεται πολιτικά- και είναι ακόμη δυσκολότερο να κατανοηθεί γιατί οι Ανανεωτές παρέμειναν τότε στον Συνασπισμό όταν σημαντικό μέρος του δικού τους κόσμου αποχωρούσε. Μήπως είναι κάπως αργά να έχει κανείς σήμερα σημαία τον «αριστερό ευρωπαϊσμό» όταν τον πολεμούσε την εποχή που κυβερνούσε; Γιατί, όπως και αν το κάνουμε, ο «αριστερός ευρωπαϊσμός» εκφράζεται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης πρωτίστως, με τα σοσιαλιστικά-σοσιαλδημοκρατικά κόμματα- μόνο στην Ελλάδα έχουμε το παράδοξο η κομμουνιστογενής Αριστερά να αρνείται να αναγνωρίσει ως «αριστερό» το ΠαΣοΚ και να χαρακτηρίζει τον ευρωπαϊσμό του «νεοφιλελεύθερο», κρατώντας τον τίτλο «Αριστερά» μόνο για την παράταξη που ηττήθηκε στο εμφύλιο πόλεμο.
Η ανανεωτική Αριστερά, εγκλωβισμένη στον Συνασπισμό (συνασπισμό πλέον κομματαρχών της Αριστεράς που συνυπήρχαν για εκλογικούς λόγους), πολεμώντας τον σημιτικό εκσυγχρονισμό πολέμησε τον εαυτό της και δεν μπορούσε μετά παρά να υποκύψει στη νεοκομμουνιστική ρητορική του Αλέκου Αλαβάνου και στο ναπολεόντειο σύνδρομό του ότι υπό την ηγεσία του το κόμμα θα γινόταν «νέο ΠαΣοΚ»- και σιγά σιγά περιθωριοποιήθηκε. Ο Αλέξης Τσίπρας για να επιβεβαιώσει την ηγεσία του έπρεπε να δημιουργήσει νέους μηχανισμούς, να μοιράσει θέσεις σε δικούς του ανθρώπους- και άνοιξε την πόρτα στους ανανεωτές για να αποχωρήσουν.
Μπορεί κανείς να θαυμάζει το κουράγιο σημαντικών ανθρώπων που μετά τόσες περιπέτειες ιδρύουν νέο κόμμα, δικαιούται όμως να αναρωτηθεί μήπως αυτό γίνεται πολύ αργά- γιατί δεν είναι καθόλου προφανές ότι ο Γιώργος Παπανδρέου τούς χρειάζεται σήμερα όσο τούς χρειαζόταν τότε ο Κώστας Σημίτης.