Της Κύρας Αδάμ
Τσιμενταρισμένες αλήθειες από την Κύρα Αδάμ. Το πρόβλημα είναι αν τις ακούει κάποιος στην ηγεσία της Ελλάδας και Κύπρου. Τα αναφερόμενα από την Κυρα Αδάμ είναι τα αυτονόητα συμπεράσματα όσων με πόνο παρακολουθούν την διολίσθηση των πολιτικών μας ελίτ, ιδίως μετά την απομάκρυνση του Τάσσου Παπαδόπουλου και τον -[ουσιαστικό] αιχμαλωτισμό του Κ. Καραμανλή και την εν συνεχεία, ουσιαστική του παραίτηση.
Όμως τα αναφερόμενα από την Κυρα Αδάμ είναι μέσα στο μυαλό της πλειοψηφίας του Ελληνικού και Κυπριακού Λαού. Συνεπώς κύριοι, κύριοι των πολιτικών μας ηγεσιών κι εδώ και στην Κύπρο, ΟΦΕΙΛΕΤΕ να ακούσετε τον Ελληνικό Λαό, ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν θα δεχθεί τις ενδοτικές σας υποχωρήσεις.
Οι συνέπειες αυτής της Λαϊκής αντίθεσης, αν δεν ακούσετε τη φωνή του Λαού, θα είναι τεράστιες. Όσο λοιπόν ενωρίτερον το αντιληφθείτε τόσο το καλύτερο και για την Πατρίδα μας και για εσάς...
Δ. Αλευρομαγειρος
Η εισήγηση της Κύρας Αδάμ σε εκδήλωση, στην Κύπρο, με θέμα "Τουρκικός επεκτατισμός, Ελληνισμός και σχέδιο λύσης του Κυπριακού". Μόλις την προηγούμενη δεκαετία η Τουρκία είχε κακές έως εχθρικές σχέσεις με όλους σχεδόν τους γείτονες της, από την Ελλάδα και την Κύπρο, μέχρι τη Συρία τη Ρωσία την Αρμενία το Ιράν κλπ.
Η Τουρκία προωθούσε τις επεκτατικές βλέψεις της σε όλα τα μέτωπα, πολλές φορές με έναν πρωτόγονο βαρβαρισμό θα έλεγα, που οδηγούσε σε εντάσεις χωρίς όμως απτά και σίγουρα αποτελέσματα προς όφελος των στόχων της. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια πλήρη αντιστροφή, μια αλλαγή ρότας 360 μοιρών στην τουρκική εξωτερική πολιτική.
Με την εξαίρεση και πάλι της Ελλάδας και της Κύπρου, η Τουρκία, αντικατέστησε τα παλιά ανοιχτά μέτωπα, με πολιτικές και οικονομικές συνεργασίες, που δεν ήταν ορατές την προηγούμενη δεκαετία: στενότατες οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία, προσέγγιση με την Αρμενία, προσέγγιση με τη Συρία αλλά και το Ιράν, υποστήριξη των Παλαιστινίων και διατάραξη των σχέσεων με το Ισραήλ -το μόνο σταθερό άξονα την προηγούμενη δεκαετία- σταθερή ανάμειξη στα προβλήματα των χωρών του νέου Βαλκανικού χάρτη και όχι απαρατήρητη παρέμβαση στις χώρες του Καυκάσου και της Μαύρης Θάλασσας.
Η στροφή αυτή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής δεν περνά απαρατήρητη, αν και για τους δύσπιστους δεν έχει φέρει ακόμα αποτελέσματα.
Μια αρχική και βασική παρατήρηση είναι ότι η Τουρκία απλώνεται εκεί από όπου έχει αποσυρθεί σταδιακά την τελευταία δεκαπενταετία η Ελλάδα και ειδικότερα από τις κυβερνήσεις Σημίτη και εντεύθεν.
Στη Μέση Ανατολή, οι στενότατες σχέσεις της Ελλάδας με τη Συρία της δεκαετίας του 80 παραδείγματος χάριν έχουν τελειώσει, το ίδιο και οι στενές και ελπιδοφόρες σχέσεις με το Ιράν (Τριμερείς εξάμηνες συναντήσεις Ελλάδας Ιράν Αρμενίας της δεκαετίας του 90)...
Στο Βαλκανικό χώρο η Ελλάδα κατόρθωσε να εγκλωβιστεί στο πρόβλημα με τα Σκόπια. Έχασε σημαντικές ευκαιρίες ουσιαστικής παρέμβασης στις αλλαγές της δεκαετίας του 90 , με την κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ ,καθώς οι Έλληνες πολιτικοί, με την έλλειψη ψυχραιμίας και οξυδέρκειας που τους χαρακτηρίζει ασχολήθηκαν σχεδόν αποκλειστικώς με την υπόθεση του Ειδικού Δικαστηρίου του '89...
Βεβαίως δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να προωθεί το ρόλο της στα Βαλκάνια ως κράτος μέλος της ΕΕ, ο οποίος, όμως, δεν είναι πρωταγωνιστικός ή καθοριστικός, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση Οι σχέσεις της Ελλάδας με τη Ρωσία έχουν σαφώς πάρει φθίνουσα πορεία παρά τα μεγαλεπήβολα σχέδια για την μετατροπή της Ελλάδας σε νότια πύλη της Ευρώπης για τα ρωσικά ενεργειακά προϊόντα.
Το φρένο που έχει βάλει η κυβέρνηση Παπανδρέου στην κατασκευή του αγωγού Μπουργκας Αλεξανδρούπολη, οδηγεί μάλλον την μεγάλη ενεργειακή ρωσική πύλη προς την Ευρώπη στην Τουρκία και όχι στη χώρα μας . Αν ρίξει κανείς μια γρήγορη ματιά στον χάρτη και στα σημεία της νέας τουρκικής προώθησης των συμφερόντων της, δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς, ότι ένα σημαντικό συνδετικό στοιχείο όλων αυτών των αλλαγών στην τουρκική εξωτερική πολιτική, τουλάχιστον στην Ευρασία, είναι οι ενεργειακές ύλες, πετρέλαιο και φυσικό αέριο και οι οδοί μεταφοράς τους μέσα από το τουρκικό έδαφος.
Πριν από λίγα χρόνια η Τουρκία έδινε την εντύπωση ότι εκπροσωπεί και εργάζεται μόνον για όσα σχέδια έδιναν το προβάδισμα στα αμερικανικά ενεργειακά συμφέροντα στην περιοχή, δηλαδή με τον αποκλεισμό των ρωσικών προϊόντων, ώστε να μην εξαρτηθεί πλήρως η Ευρώπη από τη Μόσχα στον ενεργειακό τομέα.
Με καλπάζουσες διαδικασίες το τελευταίο διάστημα, η Τουρκία αρχίζει να διορθώνει αυτή την ανισορροπία της, αυξάνοντας θεαματικά την συνεργασία της με τη Μόσχα, όχι μόνον για την κατασκευή νέων αγωγών, αλλά σχεδιάζοντας να τροφοδοτήσει τους αγωγούς που περνούν από τουρκικό έδαφος και με ρωσικές ενεργειακές ύλες. Έτσι, κατά ένα περίεργο τρόπο, η Τουρκία υλοποιεί αυτή την συμβουλή που είχε δώσει ο τότε πρόεδρος Πούτιν στην Αθήνα κατά την τελευταία επίσκεψη του:
Φτιάξτε όσους αγωγούς θέλετε εσείς και όποιους θέλετε, αλλά να ξέρετε ότι οι αγωγοί αυτοί για να δουλέψουν αποδοτικά πρέπει να τροφοδοτηθούν με ρωσικό πετρέλαιο και αέριο…
Η τρέχουσα εξωτερική πολιτική της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής παρουσιάζει ομοίως εξαιρετικό ενδιαφέρον. Παραδοσιακά η Τουρκία ταυτιζόταν ή εξυπηρετούσε -όχι βεβαίως χωρίς βαριά ανταλλάγματα- την αμερικανική πολιτική στην περιοχή.
Το γεγονός αυτό αποτελούσε σχεδόν το μόνιμο, για «λαϊκή κατανάλωση» επιχείρημα των Ελλήνων πολιτικών, όταν ήθελαν να εξηγήσουν γιατί π.χ. η Ουάσιγκτον προτιμούσε την Τουρκία και την υποστήριζε έναντι της Ελλάδας κλπ.
Έτσι είχαμε συνηθίσει την στενή συνεργασία της Άγκυρας με το Ισραήλ, ιδιαίτερα στον στρατιωτικό τομέα με πολλές κοινές εκπαιδευτικές ασκήσεις στην Α. Μεσόγειο, στις οποίες μονίμως ήταν προσκεκλημένη η Αθήνα, που δεν τόλμησε πότε να προσεγγίσει.
Το τελευταίο διάστημα όμως, βλέπουμε μια αναστροφή της κατάστασης αυτής, με τις τουρκο-ισραηλινές σχέσεις στο χαμηλότερο σημείο τους (θεαματική αποχώρηση Ερντογάν από το Νταβός, «τιμωρία» του ισραηλινού πρέσβη κ.λ.π.) και μια σταθερή προσέγγιση την Άγκυρας με τους Παλαιστινίους, (μετά τις πρόσφατες αιματοχυσίες στη Γάζα), αλλά και με το Ιράν, με πύκνωση της ανταλλαγής επισκέψεων, κάτι που στο παρελθόν φαινόταν αδιανόητο.
Το ίδιο ισχύει και για τη Συρία.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι δύο γεγονότα έχουν δώσει μεγάλη ώθηση στη νέα μορφή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής: Η επίσκεψη ορόσημο Ομπάμα στην Τουρκία στην πρώτη έλευση του στην Ευρώπη μετά την εκλογή του και ο διορισμός του Αχμέτ Νταβούτογλου στη θέση του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας.
Η επίσκεψη Ομπάμα ήταν συμβολική, γιατί κατέστησε την Τουρκία την μουσουλμανική χώρα–μοντέλο για τις υπόλοιπες μετριοπαθείς. Αλλά μην ξεγελαστεί κανείς και βολευτεί στην εύκολη δικαιολογία ότι η Ουάσιγκτον δώρισε στην Άγκυρα το νέο ρόλο της.
Η Τουρκία είχε δώσει συγκεκριμένα δείγματα γραφής και προώθησε αποτελεσματικά την θέση της στη νέα αμερικανική κυβέρνηση. Η Άγκυρα αποτέλεσε το όχημα για να προσπαθήσει η Ουάσιγκτον να προσεγγίσει τον μουσουλμανικό κόσμο, στηρίζοντας ένα συντηρητικό μουσουλμανικό κόμμα όπως αυτό του κ Ερντογάν, που θέλει και μπορεί να συνδιαλέγεται με τους γείτονες του, να μειώνει προβλήματα και εντάσεις και να διαπραγματεύεται επ ωφελεία του με τις ΗΠΑ. Φυσικά η Τουρκία έχει πάρει το δώρο της. Από την πίσω πόρτα και με αμερικανική πρόσκληση, η Τουρκία κατέστη ενεργό μέλος της ομάδας των G20, δηλαδή των πλέον αναπτυγμένων χώρων στον πλανήτη.
Η επίσκεψη του Ομπάμα στην Τουρκία, πυροδότησε ταυτοχρόνως τη συρρίκνωση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων. Να υπενθυμίσω ότι μια μόλις ημέρα πριν την έλευση Ομπαμα στην Άγκυρα έγινε στο Στρασβούργο η συνάντηση Ομπάμα-Καραμανλή, μια συνάντηση αδιάφορη και αμήχανη και τελικώς αρνητική, καθώς και οι δύο πλευρές, μα περισσότερο η Αθήνα, έδειξαν να βαριούνται αφόρητα να συζητήσουν οποιοδήποτε θέμα, πλην των γνωστών και τετριμμένων παραπόνων-κλισέ για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και πάντα το κερασάκι στην τούρτα με το άνοιγμα της Σχολής της Χάλκης.
Το δεύτερο γεγονός που σημαδεύει την τρέχουσα τουρκική εξωτερική πολιτική είναι ο Αχμέτ Νταβούτογλου. Αυτός ο εξωκοινοβουλευτικός πολιτικός, κάτι πρωτόγνωρο για τα τουρκικά δεδομένα, επελέγη από τον πρωθυπουργό Ερντογαν να διαμορφώσει και να ηγηθεί της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Είναι γνωστά τα κλισέ των αξόνων πολιτικής του κ Νταβουτογλου: μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες, προβολή ή και επιβολή του μουσουλμανικού χαραχτήρα της Τουρκίας ως γέφυρα συνάντησης πολιτισμών και συμφερόντων, πάντοτε όμως υπό την «καθοδήγηση» και «προστασία» της, αφού αυτή μόνον μπορεί να ενώσει όλους «τους συμπατριώτες» του κόσμου, μέσα σε μια νέα τάξη πραγμάτων στην οποία θα υποχωρήσουν οι ισχύοντες διεθνείς κανόνες και οργανισμοί και οι ισχύουσες Διεθνείς Συμφωνίας και Συνθήκες.
Τα ερωτήματα είναι δύο
Η Τουρκία ακολουθεί μια αυτόνομη εξωτερική πολιτική, μια πολιτική που προσομοιάζει με αυτή των Αδέσμευτων του 1970,ή υπάγεται σ ένα καινούργιο διεθνές σύστημα, αόρατο για την ώρα, που τόσο πολύ ήθελαν να προωθήσουν οι νεοσυντηρτικοί της κυβέρνησης Μπους;
Και δεύτερον, απομακρύνεται ουσιαστικά η Τουρκία από την Ευρώπη και επομένως και από την Ευρωπαϊκή Ένωση;
Η τωρινή στάση της Τουρκίας απέναντι στην ΕΕ εμπεριέχει στοιχεία και από τα δυο παραπάνω ερωτήματα.
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Τουρκία έδειχνε αποκλειστικώς στραμμένη στον στόχο της να γίνει δεκτή στην ευρωπαϊκή αυλή και να καταστεί μέλος της ΕΕ.
Όταν η διαδικασία αυτή μπήκε σε τροχιά με τις ενταξιακες διαπραγματεύσεις της, η Άγκυρα προφανώς ζύγισε το εσωτερικό πολιτικό κόστος των μεταρρυθμίσεων και δομικών αλλαγών στο κοσμικό κράτος της, που πρέπει να κάνει, προκειμένου να καταστεί ένα πραγματικό ευρωπαϊκό κράτος. Βλέπετε την «ανοχή στο διαφορετικό» που προπαγανδίζει στις εξωτερικές σχέσεις της, η Τουρκία δεν θέλει να την εφαρμόσει στο εσωτερικό της με τον ορατό κίνδυνο ριζικών ανατροπών στο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα της.
Με την προβολή στις άλλες πτυχές της εξωτερικής πολιτικής της, η Τουρκία επιχειρεί τώρα να επιβάλει αντί να δεχθεί τους όρους της ΕΕ, δείχνοντας έτσι, ότι επιλέγει να παραμείνει μια» διαφορετική χώρα» μέσα στην Ευρώπη, συνδεδεμένη όμως με την πολιτική των υπόλοιπων «καθαρών» ευρωπαϊκών χωρών.
Τσιμενταρισμένες αλήθειες από την Κύρα Αδάμ. Το πρόβλημα είναι αν τις ακούει κάποιος στην ηγεσία της Ελλάδας και Κύπρου. Τα αναφερόμενα από την Κυρα Αδάμ είναι τα αυτονόητα συμπεράσματα όσων με πόνο παρακολουθούν την διολίσθηση των πολιτικών μας ελίτ, ιδίως μετά την απομάκρυνση του Τάσσου Παπαδόπουλου και τον -[ουσιαστικό] αιχμαλωτισμό του Κ. Καραμανλή και την εν συνεχεία, ουσιαστική του παραίτηση.
Όμως τα αναφερόμενα από την Κυρα Αδάμ είναι μέσα στο μυαλό της πλειοψηφίας του Ελληνικού και Κυπριακού Λαού. Συνεπώς κύριοι, κύριοι των πολιτικών μας ηγεσιών κι εδώ και στην Κύπρο, ΟΦΕΙΛΕΤΕ να ακούσετε τον Ελληνικό Λαό, ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν θα δεχθεί τις ενδοτικές σας υποχωρήσεις.
Οι συνέπειες αυτής της Λαϊκής αντίθεσης, αν δεν ακούσετε τη φωνή του Λαού, θα είναι τεράστιες. Όσο λοιπόν ενωρίτερον το αντιληφθείτε τόσο το καλύτερο και για την Πατρίδα μας και για εσάς...
Δ. Αλευρομαγειρος
Η εισήγηση της Κύρας Αδάμ σε εκδήλωση, στην Κύπρο, με θέμα "Τουρκικός επεκτατισμός, Ελληνισμός και σχέδιο λύσης του Κυπριακού". Μόλις την προηγούμενη δεκαετία η Τουρκία είχε κακές έως εχθρικές σχέσεις με όλους σχεδόν τους γείτονες της, από την Ελλάδα και την Κύπρο, μέχρι τη Συρία τη Ρωσία την Αρμενία το Ιράν κλπ.
Η Τουρκία προωθούσε τις επεκτατικές βλέψεις της σε όλα τα μέτωπα, πολλές φορές με έναν πρωτόγονο βαρβαρισμό θα έλεγα, που οδηγούσε σε εντάσεις χωρίς όμως απτά και σίγουρα αποτελέσματα προς όφελος των στόχων της. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια πλήρη αντιστροφή, μια αλλαγή ρότας 360 μοιρών στην τουρκική εξωτερική πολιτική.
Με την εξαίρεση και πάλι της Ελλάδας και της Κύπρου, η Τουρκία, αντικατέστησε τα παλιά ανοιχτά μέτωπα, με πολιτικές και οικονομικές συνεργασίες, που δεν ήταν ορατές την προηγούμενη δεκαετία: στενότατες οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία, προσέγγιση με την Αρμενία, προσέγγιση με τη Συρία αλλά και το Ιράν, υποστήριξη των Παλαιστινίων και διατάραξη των σχέσεων με το Ισραήλ -το μόνο σταθερό άξονα την προηγούμενη δεκαετία- σταθερή ανάμειξη στα προβλήματα των χωρών του νέου Βαλκανικού χάρτη και όχι απαρατήρητη παρέμβαση στις χώρες του Καυκάσου και της Μαύρης Θάλασσας.
Η στροφή αυτή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής δεν περνά απαρατήρητη, αν και για τους δύσπιστους δεν έχει φέρει ακόμα αποτελέσματα.
Μια αρχική και βασική παρατήρηση είναι ότι η Τουρκία απλώνεται εκεί από όπου έχει αποσυρθεί σταδιακά την τελευταία δεκαπενταετία η Ελλάδα και ειδικότερα από τις κυβερνήσεις Σημίτη και εντεύθεν.
Στη Μέση Ανατολή, οι στενότατες σχέσεις της Ελλάδας με τη Συρία της δεκαετίας του 80 παραδείγματος χάριν έχουν τελειώσει, το ίδιο και οι στενές και ελπιδοφόρες σχέσεις με το Ιράν (Τριμερείς εξάμηνες συναντήσεις Ελλάδας Ιράν Αρμενίας της δεκαετίας του 90)...
Στο Βαλκανικό χώρο η Ελλάδα κατόρθωσε να εγκλωβιστεί στο πρόβλημα με τα Σκόπια. Έχασε σημαντικές ευκαιρίες ουσιαστικής παρέμβασης στις αλλαγές της δεκαετίας του 90 , με την κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ ,καθώς οι Έλληνες πολιτικοί, με την έλλειψη ψυχραιμίας και οξυδέρκειας που τους χαρακτηρίζει ασχολήθηκαν σχεδόν αποκλειστικώς με την υπόθεση του Ειδικού Δικαστηρίου του '89...
Βεβαίως δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να προωθεί το ρόλο της στα Βαλκάνια ως κράτος μέλος της ΕΕ, ο οποίος, όμως, δεν είναι πρωταγωνιστικός ή καθοριστικός, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση Οι σχέσεις της Ελλάδας με τη Ρωσία έχουν σαφώς πάρει φθίνουσα πορεία παρά τα μεγαλεπήβολα σχέδια για την μετατροπή της Ελλάδας σε νότια πύλη της Ευρώπης για τα ρωσικά ενεργειακά προϊόντα.
Το φρένο που έχει βάλει η κυβέρνηση Παπανδρέου στην κατασκευή του αγωγού Μπουργκας Αλεξανδρούπολη, οδηγεί μάλλον την μεγάλη ενεργειακή ρωσική πύλη προς την Ευρώπη στην Τουρκία και όχι στη χώρα μας . Αν ρίξει κανείς μια γρήγορη ματιά στον χάρτη και στα σημεία της νέας τουρκικής προώθησης των συμφερόντων της, δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς, ότι ένα σημαντικό συνδετικό στοιχείο όλων αυτών των αλλαγών στην τουρκική εξωτερική πολιτική, τουλάχιστον στην Ευρασία, είναι οι ενεργειακές ύλες, πετρέλαιο και φυσικό αέριο και οι οδοί μεταφοράς τους μέσα από το τουρκικό έδαφος.
Πριν από λίγα χρόνια η Τουρκία έδινε την εντύπωση ότι εκπροσωπεί και εργάζεται μόνον για όσα σχέδια έδιναν το προβάδισμα στα αμερικανικά ενεργειακά συμφέροντα στην περιοχή, δηλαδή με τον αποκλεισμό των ρωσικών προϊόντων, ώστε να μην εξαρτηθεί πλήρως η Ευρώπη από τη Μόσχα στον ενεργειακό τομέα.
Με καλπάζουσες διαδικασίες το τελευταίο διάστημα, η Τουρκία αρχίζει να διορθώνει αυτή την ανισορροπία της, αυξάνοντας θεαματικά την συνεργασία της με τη Μόσχα, όχι μόνον για την κατασκευή νέων αγωγών, αλλά σχεδιάζοντας να τροφοδοτήσει τους αγωγούς που περνούν από τουρκικό έδαφος και με ρωσικές ενεργειακές ύλες. Έτσι, κατά ένα περίεργο τρόπο, η Τουρκία υλοποιεί αυτή την συμβουλή που είχε δώσει ο τότε πρόεδρος Πούτιν στην Αθήνα κατά την τελευταία επίσκεψη του:
Φτιάξτε όσους αγωγούς θέλετε εσείς και όποιους θέλετε, αλλά να ξέρετε ότι οι αγωγοί αυτοί για να δουλέψουν αποδοτικά πρέπει να τροφοδοτηθούν με ρωσικό πετρέλαιο και αέριο…
Η τρέχουσα εξωτερική πολιτική της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής παρουσιάζει ομοίως εξαιρετικό ενδιαφέρον. Παραδοσιακά η Τουρκία ταυτιζόταν ή εξυπηρετούσε -όχι βεβαίως χωρίς βαριά ανταλλάγματα- την αμερικανική πολιτική στην περιοχή.
Το γεγονός αυτό αποτελούσε σχεδόν το μόνιμο, για «λαϊκή κατανάλωση» επιχείρημα των Ελλήνων πολιτικών, όταν ήθελαν να εξηγήσουν γιατί π.χ. η Ουάσιγκτον προτιμούσε την Τουρκία και την υποστήριζε έναντι της Ελλάδας κλπ.
Έτσι είχαμε συνηθίσει την στενή συνεργασία της Άγκυρας με το Ισραήλ, ιδιαίτερα στον στρατιωτικό τομέα με πολλές κοινές εκπαιδευτικές ασκήσεις στην Α. Μεσόγειο, στις οποίες μονίμως ήταν προσκεκλημένη η Αθήνα, που δεν τόλμησε πότε να προσεγγίσει.
Το τελευταίο διάστημα όμως, βλέπουμε μια αναστροφή της κατάστασης αυτής, με τις τουρκο-ισραηλινές σχέσεις στο χαμηλότερο σημείο τους (θεαματική αποχώρηση Ερντογάν από το Νταβός, «τιμωρία» του ισραηλινού πρέσβη κ.λ.π.) και μια σταθερή προσέγγιση την Άγκυρας με τους Παλαιστινίους, (μετά τις πρόσφατες αιματοχυσίες στη Γάζα), αλλά και με το Ιράν, με πύκνωση της ανταλλαγής επισκέψεων, κάτι που στο παρελθόν φαινόταν αδιανόητο.
Το ίδιο ισχύει και για τη Συρία.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι δύο γεγονότα έχουν δώσει μεγάλη ώθηση στη νέα μορφή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής: Η επίσκεψη ορόσημο Ομπάμα στην Τουρκία στην πρώτη έλευση του στην Ευρώπη μετά την εκλογή του και ο διορισμός του Αχμέτ Νταβούτογλου στη θέση του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας.
Η επίσκεψη Ομπάμα ήταν συμβολική, γιατί κατέστησε την Τουρκία την μουσουλμανική χώρα–μοντέλο για τις υπόλοιπες μετριοπαθείς. Αλλά μην ξεγελαστεί κανείς και βολευτεί στην εύκολη δικαιολογία ότι η Ουάσιγκτον δώρισε στην Άγκυρα το νέο ρόλο της.
Η Τουρκία είχε δώσει συγκεκριμένα δείγματα γραφής και προώθησε αποτελεσματικά την θέση της στη νέα αμερικανική κυβέρνηση. Η Άγκυρα αποτέλεσε το όχημα για να προσπαθήσει η Ουάσιγκτον να προσεγγίσει τον μουσουλμανικό κόσμο, στηρίζοντας ένα συντηρητικό μουσουλμανικό κόμμα όπως αυτό του κ Ερντογάν, που θέλει και μπορεί να συνδιαλέγεται με τους γείτονες του, να μειώνει προβλήματα και εντάσεις και να διαπραγματεύεται επ ωφελεία του με τις ΗΠΑ. Φυσικά η Τουρκία έχει πάρει το δώρο της. Από την πίσω πόρτα και με αμερικανική πρόσκληση, η Τουρκία κατέστη ενεργό μέλος της ομάδας των G20, δηλαδή των πλέον αναπτυγμένων χώρων στον πλανήτη.
Η επίσκεψη του Ομπάμα στην Τουρκία, πυροδότησε ταυτοχρόνως τη συρρίκνωση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων. Να υπενθυμίσω ότι μια μόλις ημέρα πριν την έλευση Ομπαμα στην Άγκυρα έγινε στο Στρασβούργο η συνάντηση Ομπάμα-Καραμανλή, μια συνάντηση αδιάφορη και αμήχανη και τελικώς αρνητική, καθώς και οι δύο πλευρές, μα περισσότερο η Αθήνα, έδειξαν να βαριούνται αφόρητα να συζητήσουν οποιοδήποτε θέμα, πλην των γνωστών και τετριμμένων παραπόνων-κλισέ για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και πάντα το κερασάκι στην τούρτα με το άνοιγμα της Σχολής της Χάλκης.
Το δεύτερο γεγονός που σημαδεύει την τρέχουσα τουρκική εξωτερική πολιτική είναι ο Αχμέτ Νταβούτογλου. Αυτός ο εξωκοινοβουλευτικός πολιτικός, κάτι πρωτόγνωρο για τα τουρκικά δεδομένα, επελέγη από τον πρωθυπουργό Ερντογαν να διαμορφώσει και να ηγηθεί της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Είναι γνωστά τα κλισέ των αξόνων πολιτικής του κ Νταβουτογλου: μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες, προβολή ή και επιβολή του μουσουλμανικού χαραχτήρα της Τουρκίας ως γέφυρα συνάντησης πολιτισμών και συμφερόντων, πάντοτε όμως υπό την «καθοδήγηση» και «προστασία» της, αφού αυτή μόνον μπορεί να ενώσει όλους «τους συμπατριώτες» του κόσμου, μέσα σε μια νέα τάξη πραγμάτων στην οποία θα υποχωρήσουν οι ισχύοντες διεθνείς κανόνες και οργανισμοί και οι ισχύουσες Διεθνείς Συμφωνίας και Συνθήκες.
Τα ερωτήματα είναι δύο
Η Τουρκία ακολουθεί μια αυτόνομη εξωτερική πολιτική, μια πολιτική που προσομοιάζει με αυτή των Αδέσμευτων του 1970,ή υπάγεται σ ένα καινούργιο διεθνές σύστημα, αόρατο για την ώρα, που τόσο πολύ ήθελαν να προωθήσουν οι νεοσυντηρτικοί της κυβέρνησης Μπους;
Και δεύτερον, απομακρύνεται ουσιαστικά η Τουρκία από την Ευρώπη και επομένως και από την Ευρωπαϊκή Ένωση;
Η τωρινή στάση της Τουρκίας απέναντι στην ΕΕ εμπεριέχει στοιχεία και από τα δυο παραπάνω ερωτήματα.
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Τουρκία έδειχνε αποκλειστικώς στραμμένη στον στόχο της να γίνει δεκτή στην ευρωπαϊκή αυλή και να καταστεί μέλος της ΕΕ.
Όταν η διαδικασία αυτή μπήκε σε τροχιά με τις ενταξιακες διαπραγματεύσεις της, η Άγκυρα προφανώς ζύγισε το εσωτερικό πολιτικό κόστος των μεταρρυθμίσεων και δομικών αλλαγών στο κοσμικό κράτος της, που πρέπει να κάνει, προκειμένου να καταστεί ένα πραγματικό ευρωπαϊκό κράτος. Βλέπετε την «ανοχή στο διαφορετικό» που προπαγανδίζει στις εξωτερικές σχέσεις της, η Τουρκία δεν θέλει να την εφαρμόσει στο εσωτερικό της με τον ορατό κίνδυνο ριζικών ανατροπών στο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα της.
Με την προβολή στις άλλες πτυχές της εξωτερικής πολιτικής της, η Τουρκία επιχειρεί τώρα να επιβάλει αντί να δεχθεί τους όρους της ΕΕ, δείχνοντας έτσι, ότι επιλέγει να παραμείνει μια» διαφορετική χώρα» μέσα στην Ευρώπη, συνδεδεμένη όμως με την πολιτική των υπόλοιπων «καθαρών» ευρωπαϊκών χωρών.