Του Νίκου Κοτζιά
Η ισχύς των ΗΠΑ περιορίζεται: Στη σημερινή δεύτερη φάση της παγκοσμιοποίησης πραγματώνονται ουσιαστικές αλλαγές. Η ισχύς των ΗΠΑ μειώνεται σχετικά, παρόλο που παραμένει η ισχυρότερη δύναμη στον κόσμο. Σύμφωνα με την μέτρηση που κάνει ο ΟΗΕ ως προς τον Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξη, οι ΗΠΑ είναι μόλις 15ες στον κόσμο. Μπορεί οι ΗΠΑ να διαθέτουν τα καλύτερα πανεπιστήμια και κολλέγια στον κόσμο, όμως ο δείκτης αναλφαβητισμού είναι σχετικά ψηλός για δυτική χώρα. Οι ΗΠΑ ως προς τους κατόχους διπλώματος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, είναι ενδέκατες, στην παγκόσμια κατάταξη, αλλά 22ες στην γενική επιστημονική εκπαίδευση. Παράγουν πολύ λιγότερους μηχανικούς απ’ ότι η Κίνα, ενώ το μέσο επίπεδο εκπαίδευσης μηχανικών υπολείπεται εκείνου των καλών Ινδικών Πολυτεχνείων. Τα εκπαιδευτικά κενά δημιουργούν προβλήματα στην αγορά εργασίας ειδικευμένων. Αυτά λύνονται, προς το παρόν, με την προσέλκυση προσώπων υψηλής μόρφωσης από τρίτες χώρες. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι Ινδοί μετανάστες στις ΗΠΑ, διαθέτουν υψηλότερο μέσο εισόδημα ακόμα και από εκείνο των ίδιων των Αμερικάνων, κάτι πρωτοφανές στην ιστορία της μετανάστευσης. Το εισοδηματικό πλεονέκτημα των Ινδών που ζουν στις ΗΠΑ, είναι αποτέλεσμα της υψηλής μόρφωσης τους. Πρόκειται κύρια για γιατρούς, μηχανικούς και ειδικούς της πληροφορικής.Σήμερα, που αυξάνει το μέσο εισόδημα στις χώρες της BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα), περιορίζονται και οι απώλειές τους σε ειδικευμένους. Μάλιστα η Κίνα έχει καταστεί πόλος έλξης ακόμα και Αμερικανών μηχανικών. Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, κινδυνεύουν οι ΗΠΑ να μην βρίσκουν, πλέον, στην διεθνή αγορά την πληθώρα ειδικευμένων που χρειάζονται. Σε μια τέτοια περίπτωση οι επιπτώσεις στην ίδια την αμερικάνικη αγορά εργασίας θα είναι αρνητικές. Στις ΗΠΑ η κατάσταση στον χώρο της υγείας είναι προβληματική παρά το γεγονός ότι οι συνολικές δαπάνες για τον τομέα αυτό είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο. Το πρόβλημα είναι ότι 49 περίπου εκατομμύρια πολιτών των ΗΠΑ είναι ανασφάλιστοι. Η διαφορά ανάμεσα στην ιδιωτική ασφάλιση – περίθαλψη και εκείνη της δημόσιας είναι τόσο σημαντική, ώστε οι ΗΠΑ να κατατάσσονται στην 37η θέση παγκοσμίως ως προς την ποιότητα της υγειονομικής περίθαλψης. Εξακολουθεί δε να είναι το μόνο κράτος στην εκβιομηχανισμένη Δύση χωρίς ένα πραγματικό εθνικό σύστημα υγείας.Θα μπορούσα να συμπληρώσω τα πιο πάνω με πολλαπλούς δείκτες για την οικονομία, την κατάσταση του δολαρίου κοκ. Όλα θα στήριζαν το συμπέρασμα ότι οι ΗΠΑ ναι μεν εξακολουθούν να είναι η ισχυρότερη και με μια έννοια σημαντικότερη χώρα του κόσμου, αλλά, ταυτόχρονα, είναι αναγκασμένες να αντικρίζουν άλλες δυνάμεις που αναπτύσσονται με πρωτοφανείς ρυθμούς, όπως η Κίνα.
Οι 4 ΜΠΡΙΚ (BRIC) και η ΕΕ
Η Κίνα εξασφάλισε την 30ετία που πέρασε ρυθμούς ανάπτυξης κατά μέσο όρο παραπάνω από 10% ανά έτος. Ακόμα και σήμερα στη κρίση κινείται ανάμεσα στα 8-9%. Διαθέτει το μεγαλύτερο κρατικό συναλλαγματικό απόθεμα στον κόσμο. Είναι η πρώτη σε εξαγωγές χώρα του κόσμου και σύντομα θα διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο ακαθάριστο εθνικό προϊόν. Βέβαια, το κατά κεφαλή εισόδημα παραμένει χαμηλότατο και εκατοντάδες εκατομμύρια Κινέζων ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Από την άλλη, πάνω από 450 εκατομμύρια Κινέζων εξήλθαν την τελευταία εικοσαετία από την φτώχεια. Μέγεθος πρωτοφανές στην ιστορία της ανθρωπότητας.Βραζιλία και Ινδία παρουσιάζουν, επίσης, μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης, που τις καθιστούν οικονομικό και πολιτικό πόλο έλξης στην περιοχή τους. Όχι ισοδύναμα όπως η Κίνα, αλλά επαρκώς. Την ίδια στιγμή η Ρωσία εξακολουθεί να διαθέτει το δεύτερο ισχυρότερο οπλοστάσιο στον κόσμο. Μία από τις δύο καλύτερες βιομηχανίες αεροναυπηγικής και μεγάλο απόθεμα σε ποικιλία πρώτων υλών στρατηγικής σημασίας. Διαθέτει δε, μεγάλο δίκτυο σε μέσα / αγωγούς μεταφοράς και αξιοποίησής των αποθεμάτων ενέργειας.Από την άλλη, η ΕΕ εξακολουθεί να έχει την ισχυρότερη οικονομία στον κόσμο, μαζί με τις ΗΠΑ, μόνο που αυτή η ισχύς δεν συνοδεύεται με αντίστοιχη πολιτική δύναμη, ενώ η στρατιωτική ισχύς της υπολείπεται κατά πολύ εκείνης των ΗΠΑ. Συνολικά η ΕΕ, πιστεύει ότι το μέλλον της ανήκει, αλλά οι άλλες δυνάμεις την θεωρούν μια γερασμένη – διάσπαρτη δύναμη χωρίς μεγάλες προοπτικές στον 21ο αιώνα. Οι ελίτ των BRIC pιστεύουν ότι η όποια ισχύς της EE είναι περισσότερο εκείνη των από παγκόσμια σκοπιά μεσαίων δυνάμεων που την «διευθύνουν» (όπως είναι η Γερμανία, η Γαλλία και το ΗΒ) παρά από μια συνδυασμένη ενιαία συγκρότησή της.Σε κάθε περίπτωση ο κόσμος αλλάζει. Οι παλιές δυτικές δυνάμεις βρίσκονται σε σχετική υποχώρηση. Οι νέες δυνάμεις, ιδιαίτερα στην Ανατολή / Ασία ισχυροποιούνται και τίποτα δεν δείχνει αυτή την περίοδο ότι θα ανακόψει την ενίσχυσή τους. Με άλλα λόγια ο παγκόσμιος συσχετισμός αλλάζει σε βάρος των δύο κέντρων της Δύσης. Και το χειρότερο, αυτά τα δύο κέντρα (ΕΕ και ΗΠΑ) δεν βρίσκονται σε κοινή πορεία και δεν αντιμετωπίζουν με κοινό τρόπο τις άλλες ανερχόμενες δυνάμεις. Ένα τμήμα, το μικρότερο της ΕΕ, συντονίζεται με τις ΗΠΑ, ενώ οι σχετικά ισχυρότερες δυνάμεις της ΕΕ, Γαλλία και Γερμανία, είναι σαφώς διαφοροποιημένες από τις ΗΠΑ στον τρόπο αντιμετώπισης σειράς παγκόσμιων και περιφερειακών προβλημάτων. Δείχνουν μεγαλύτερη ανοχή στην αυταρχικότητα που διακρίνει τα πολιτικά συστήματα σε κράτη όπως είναι η Ρωσία, το Ιράν και η Κίνα. Δεν έχουν διάθεση για μεγάλες συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις. Σύμφωνα με τους ίδιους αυτό οφείλεται στην ιστορική τους πείρα και στο γεγονός ότι έγιναν σοφότερες. Σύμφωνα με μερίδα Αμερικανών σχολιαστών αυτό οφείλεται στην παραίτηση της Ευρώπης έναντι των νέων δυνάμεων που αναδεικνύονται, σε κούραση ιστορικών διαστάσεων.
Τρία προστάγματα:
Η ανάλυση της παγκοσμιοποίησης και των παγκόσμιων αλλαγών πρέπει να οδηγεί την Ελλάδα, ανάμεσα στα άλλα στα εξής τρία θεμελιακά προστάγματα:
Το πρώτο είναι ότι αλλάζει η ατζέντα διεθνών προβλημάτων και κατά συνέπεια απαιτούνται ανάλογες πολιτικές συνεργασίες, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο, δραστηριοποίηση στους παγκόσμιους θεσμούς που ασχολούνται με τέτοια προβλήματα.
Το δεύτερο είναι ότι δεν μπορεί η Ελλάδα να παραμένει δογματικά προσκολλημένη στο δόγμα «ανήκουμε στη Δύση». Όχι διότι δεν ανήκουμε, αλλά διότι η ίδια η έννοια της δύσης έχει γίνει πιο σύνθετη. Δεν πρόκειται, πλέον, για ένα σαφές μπλοκ. Αλλοι ερμηνεύουν ως Δύση μόνο τις ΗΠΑ και ταυτίζουν την όποια δυτική πολιτική με τα αμερικάνικα συμφέροντα. Αλλοι, πάλι, αντίστροφα, θεωρούν ως δυτική πολιτική εκείνη που εκπορεύεται από δυνάμεις της ΕΕ και λαμβάνει αποστάσεις από την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Τέλος, υπάρχουν χώρες στην ήπειρό μας που έχουν επιλέξει να ανήκουν στην ΕΕ, αλλά πιστεύουν, ταυτόχρονα, ότι τα ζητήματα ασφάλειάς τους δεν εξαρτώνται από την ΕΕ, αλλά από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Κατά συνέπεια, το μέγιστο ζήτημα είναι αν θα πρέπει να επιλέξουν έναν δρόμο ενοποίησης της Δύσης (ΕΕ και ΗΠΑ) ή ενός πολυπολικού κόσμου στον οποίο ΗΠΑ και ΕΕ θα είναι μεταξύ τους εξίσου διαχωρισμένες, όσο διαχωρισμένοι θα είναι αυτοί οι δύο πόλοι από τις ανερχόμενες δυνάμεις.
Το κυριότερο, όμως, είναι το τρίτο πρόσταγμα – συμπέρασμα, σύμφωνα με το οποίο οι παγκόσμιες αλλαγές επέβαλαν στις ΗΠΑ και στις κυριότερες χώρες της ΕΕ το άνοιγμα στις χώρες της BRIC, και όχι μόνο. Από αυτή τη σκοπιά, οφείλουμε ως χώρα να διασφαλίσουμε για τον εαυτό μας αυτό που κάνουν άλλες χώρες, ιδιαίτερα οι ΗΠΑ και η Γερμανία: καλή συνεργασία και αξιοποίηση αυτών των τρίτων χωρών. Δεν μπορεί η ελληνική εξωτερική πολιτική να κλείνεται στον «δυτικό της εαυτό», διότι έτσι το επιθυμούν κάποιοι «δυτικοί κύκλοι» και ταυτόχρονα αυτοί οι τελευταίοι να δικαιούνται ειδικών σχέσεων με τις αναδυόμενες δυνάμεις ενώ μας τις «απαγορεύουν σε μας». Δεν μπορεί, επιπλέον, να μας τις απαγορεύουν και ταυτόχρονα να στηρίζουν την Τουρκία στο όνομα ότι αυτή έχει ειδικές σχέσεις και προσβάσεις σε τέτοιες δυνάμεις. Ότι δικαιούνται οι άλλοι, πρέπει να γίνει και δικό μας δικαίωμα. Δεν είναι δυνατό, πλέον, να απαγορεύονται τα ανοίγματα της Ελλάδας στις πέραν της Δύσης δυνάμεις, οι ίδιες οι ισχυρές δυνάμεις της Δύσης να αναπτύσσουν προνομιακές σχέσεις με αυτές τις δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία, και να επιβραβεύεται η Τουρκία ως απαραίτητος εταίρος της Δύσης διότι έχει αναπτύξει σχέσεις με την «Ανατολή». Το Ελληνικό συμφέρον είναι, η Ελλάδα ως δυτική δύναμη να αναπτύσσει πολυμερή εξωτερική πολιτική, προς ίδιον όφελος, αλλά και με τρόπο που οι ίδιοι οι σημερινοί σύμμαχοί της θα τις αναγνωρίζουν τον ειδικό ρόλο που κατακτά.
Η ισχύς των ΗΠΑ περιορίζεται: Στη σημερινή δεύτερη φάση της παγκοσμιοποίησης πραγματώνονται ουσιαστικές αλλαγές. Η ισχύς των ΗΠΑ μειώνεται σχετικά, παρόλο που παραμένει η ισχυρότερη δύναμη στον κόσμο. Σύμφωνα με την μέτρηση που κάνει ο ΟΗΕ ως προς τον Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξη, οι ΗΠΑ είναι μόλις 15ες στον κόσμο. Μπορεί οι ΗΠΑ να διαθέτουν τα καλύτερα πανεπιστήμια και κολλέγια στον κόσμο, όμως ο δείκτης αναλφαβητισμού είναι σχετικά ψηλός για δυτική χώρα. Οι ΗΠΑ ως προς τους κατόχους διπλώματος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, είναι ενδέκατες, στην παγκόσμια κατάταξη, αλλά 22ες στην γενική επιστημονική εκπαίδευση. Παράγουν πολύ λιγότερους μηχανικούς απ’ ότι η Κίνα, ενώ το μέσο επίπεδο εκπαίδευσης μηχανικών υπολείπεται εκείνου των καλών Ινδικών Πολυτεχνείων. Τα εκπαιδευτικά κενά δημιουργούν προβλήματα στην αγορά εργασίας ειδικευμένων. Αυτά λύνονται, προς το παρόν, με την προσέλκυση προσώπων υψηλής μόρφωσης από τρίτες χώρες. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι Ινδοί μετανάστες στις ΗΠΑ, διαθέτουν υψηλότερο μέσο εισόδημα ακόμα και από εκείνο των ίδιων των Αμερικάνων, κάτι πρωτοφανές στην ιστορία της μετανάστευσης. Το εισοδηματικό πλεονέκτημα των Ινδών που ζουν στις ΗΠΑ, είναι αποτέλεσμα της υψηλής μόρφωσης τους. Πρόκειται κύρια για γιατρούς, μηχανικούς και ειδικούς της πληροφορικής.Σήμερα, που αυξάνει το μέσο εισόδημα στις χώρες της BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα), περιορίζονται και οι απώλειές τους σε ειδικευμένους. Μάλιστα η Κίνα έχει καταστεί πόλος έλξης ακόμα και Αμερικανών μηχανικών. Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, κινδυνεύουν οι ΗΠΑ να μην βρίσκουν, πλέον, στην διεθνή αγορά την πληθώρα ειδικευμένων που χρειάζονται. Σε μια τέτοια περίπτωση οι επιπτώσεις στην ίδια την αμερικάνικη αγορά εργασίας θα είναι αρνητικές. Στις ΗΠΑ η κατάσταση στον χώρο της υγείας είναι προβληματική παρά το γεγονός ότι οι συνολικές δαπάνες για τον τομέα αυτό είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο. Το πρόβλημα είναι ότι 49 περίπου εκατομμύρια πολιτών των ΗΠΑ είναι ανασφάλιστοι. Η διαφορά ανάμεσα στην ιδιωτική ασφάλιση – περίθαλψη και εκείνη της δημόσιας είναι τόσο σημαντική, ώστε οι ΗΠΑ να κατατάσσονται στην 37η θέση παγκοσμίως ως προς την ποιότητα της υγειονομικής περίθαλψης. Εξακολουθεί δε να είναι το μόνο κράτος στην εκβιομηχανισμένη Δύση χωρίς ένα πραγματικό εθνικό σύστημα υγείας.Θα μπορούσα να συμπληρώσω τα πιο πάνω με πολλαπλούς δείκτες για την οικονομία, την κατάσταση του δολαρίου κοκ. Όλα θα στήριζαν το συμπέρασμα ότι οι ΗΠΑ ναι μεν εξακολουθούν να είναι η ισχυρότερη και με μια έννοια σημαντικότερη χώρα του κόσμου, αλλά, ταυτόχρονα, είναι αναγκασμένες να αντικρίζουν άλλες δυνάμεις που αναπτύσσονται με πρωτοφανείς ρυθμούς, όπως η Κίνα.
Οι 4 ΜΠΡΙΚ (BRIC) και η ΕΕ
Η Κίνα εξασφάλισε την 30ετία που πέρασε ρυθμούς ανάπτυξης κατά μέσο όρο παραπάνω από 10% ανά έτος. Ακόμα και σήμερα στη κρίση κινείται ανάμεσα στα 8-9%. Διαθέτει το μεγαλύτερο κρατικό συναλλαγματικό απόθεμα στον κόσμο. Είναι η πρώτη σε εξαγωγές χώρα του κόσμου και σύντομα θα διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο ακαθάριστο εθνικό προϊόν. Βέβαια, το κατά κεφαλή εισόδημα παραμένει χαμηλότατο και εκατοντάδες εκατομμύρια Κινέζων ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Από την άλλη, πάνω από 450 εκατομμύρια Κινέζων εξήλθαν την τελευταία εικοσαετία από την φτώχεια. Μέγεθος πρωτοφανές στην ιστορία της ανθρωπότητας.Βραζιλία και Ινδία παρουσιάζουν, επίσης, μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης, που τις καθιστούν οικονομικό και πολιτικό πόλο έλξης στην περιοχή τους. Όχι ισοδύναμα όπως η Κίνα, αλλά επαρκώς. Την ίδια στιγμή η Ρωσία εξακολουθεί να διαθέτει το δεύτερο ισχυρότερο οπλοστάσιο στον κόσμο. Μία από τις δύο καλύτερες βιομηχανίες αεροναυπηγικής και μεγάλο απόθεμα σε ποικιλία πρώτων υλών στρατηγικής σημασίας. Διαθέτει δε, μεγάλο δίκτυο σε μέσα / αγωγούς μεταφοράς και αξιοποίησής των αποθεμάτων ενέργειας.Από την άλλη, η ΕΕ εξακολουθεί να έχει την ισχυρότερη οικονομία στον κόσμο, μαζί με τις ΗΠΑ, μόνο που αυτή η ισχύς δεν συνοδεύεται με αντίστοιχη πολιτική δύναμη, ενώ η στρατιωτική ισχύς της υπολείπεται κατά πολύ εκείνης των ΗΠΑ. Συνολικά η ΕΕ, πιστεύει ότι το μέλλον της ανήκει, αλλά οι άλλες δυνάμεις την θεωρούν μια γερασμένη – διάσπαρτη δύναμη χωρίς μεγάλες προοπτικές στον 21ο αιώνα. Οι ελίτ των BRIC pιστεύουν ότι η όποια ισχύς της EE είναι περισσότερο εκείνη των από παγκόσμια σκοπιά μεσαίων δυνάμεων που την «διευθύνουν» (όπως είναι η Γερμανία, η Γαλλία και το ΗΒ) παρά από μια συνδυασμένη ενιαία συγκρότησή της.Σε κάθε περίπτωση ο κόσμος αλλάζει. Οι παλιές δυτικές δυνάμεις βρίσκονται σε σχετική υποχώρηση. Οι νέες δυνάμεις, ιδιαίτερα στην Ανατολή / Ασία ισχυροποιούνται και τίποτα δεν δείχνει αυτή την περίοδο ότι θα ανακόψει την ενίσχυσή τους. Με άλλα λόγια ο παγκόσμιος συσχετισμός αλλάζει σε βάρος των δύο κέντρων της Δύσης. Και το χειρότερο, αυτά τα δύο κέντρα (ΕΕ και ΗΠΑ) δεν βρίσκονται σε κοινή πορεία και δεν αντιμετωπίζουν με κοινό τρόπο τις άλλες ανερχόμενες δυνάμεις. Ένα τμήμα, το μικρότερο της ΕΕ, συντονίζεται με τις ΗΠΑ, ενώ οι σχετικά ισχυρότερες δυνάμεις της ΕΕ, Γαλλία και Γερμανία, είναι σαφώς διαφοροποιημένες από τις ΗΠΑ στον τρόπο αντιμετώπισης σειράς παγκόσμιων και περιφερειακών προβλημάτων. Δείχνουν μεγαλύτερη ανοχή στην αυταρχικότητα που διακρίνει τα πολιτικά συστήματα σε κράτη όπως είναι η Ρωσία, το Ιράν και η Κίνα. Δεν έχουν διάθεση για μεγάλες συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις. Σύμφωνα με τους ίδιους αυτό οφείλεται στην ιστορική τους πείρα και στο γεγονός ότι έγιναν σοφότερες. Σύμφωνα με μερίδα Αμερικανών σχολιαστών αυτό οφείλεται στην παραίτηση της Ευρώπης έναντι των νέων δυνάμεων που αναδεικνύονται, σε κούραση ιστορικών διαστάσεων.
Τρία προστάγματα:
Η ανάλυση της παγκοσμιοποίησης και των παγκόσμιων αλλαγών πρέπει να οδηγεί την Ελλάδα, ανάμεσα στα άλλα στα εξής τρία θεμελιακά προστάγματα:
Το πρώτο είναι ότι αλλάζει η ατζέντα διεθνών προβλημάτων και κατά συνέπεια απαιτούνται ανάλογες πολιτικές συνεργασίες, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο, δραστηριοποίηση στους παγκόσμιους θεσμούς που ασχολούνται με τέτοια προβλήματα.
Το δεύτερο είναι ότι δεν μπορεί η Ελλάδα να παραμένει δογματικά προσκολλημένη στο δόγμα «ανήκουμε στη Δύση». Όχι διότι δεν ανήκουμε, αλλά διότι η ίδια η έννοια της δύσης έχει γίνει πιο σύνθετη. Δεν πρόκειται, πλέον, για ένα σαφές μπλοκ. Αλλοι ερμηνεύουν ως Δύση μόνο τις ΗΠΑ και ταυτίζουν την όποια δυτική πολιτική με τα αμερικάνικα συμφέροντα. Αλλοι, πάλι, αντίστροφα, θεωρούν ως δυτική πολιτική εκείνη που εκπορεύεται από δυνάμεις της ΕΕ και λαμβάνει αποστάσεις από την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Τέλος, υπάρχουν χώρες στην ήπειρό μας που έχουν επιλέξει να ανήκουν στην ΕΕ, αλλά πιστεύουν, ταυτόχρονα, ότι τα ζητήματα ασφάλειάς τους δεν εξαρτώνται από την ΕΕ, αλλά από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Κατά συνέπεια, το μέγιστο ζήτημα είναι αν θα πρέπει να επιλέξουν έναν δρόμο ενοποίησης της Δύσης (ΕΕ και ΗΠΑ) ή ενός πολυπολικού κόσμου στον οποίο ΗΠΑ και ΕΕ θα είναι μεταξύ τους εξίσου διαχωρισμένες, όσο διαχωρισμένοι θα είναι αυτοί οι δύο πόλοι από τις ανερχόμενες δυνάμεις.
Το κυριότερο, όμως, είναι το τρίτο πρόσταγμα – συμπέρασμα, σύμφωνα με το οποίο οι παγκόσμιες αλλαγές επέβαλαν στις ΗΠΑ και στις κυριότερες χώρες της ΕΕ το άνοιγμα στις χώρες της BRIC, και όχι μόνο. Από αυτή τη σκοπιά, οφείλουμε ως χώρα να διασφαλίσουμε για τον εαυτό μας αυτό που κάνουν άλλες χώρες, ιδιαίτερα οι ΗΠΑ και η Γερμανία: καλή συνεργασία και αξιοποίηση αυτών των τρίτων χωρών. Δεν μπορεί η ελληνική εξωτερική πολιτική να κλείνεται στον «δυτικό της εαυτό», διότι έτσι το επιθυμούν κάποιοι «δυτικοί κύκλοι» και ταυτόχρονα αυτοί οι τελευταίοι να δικαιούνται ειδικών σχέσεων με τις αναδυόμενες δυνάμεις ενώ μας τις «απαγορεύουν σε μας». Δεν μπορεί, επιπλέον, να μας τις απαγορεύουν και ταυτόχρονα να στηρίζουν την Τουρκία στο όνομα ότι αυτή έχει ειδικές σχέσεις και προσβάσεις σε τέτοιες δυνάμεις. Ότι δικαιούνται οι άλλοι, πρέπει να γίνει και δικό μας δικαίωμα. Δεν είναι δυνατό, πλέον, να απαγορεύονται τα ανοίγματα της Ελλάδας στις πέραν της Δύσης δυνάμεις, οι ίδιες οι ισχυρές δυνάμεις της Δύσης να αναπτύσσουν προνομιακές σχέσεις με αυτές τις δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία, και να επιβραβεύεται η Τουρκία ως απαραίτητος εταίρος της Δύσης διότι έχει αναπτύξει σχέσεις με την «Ανατολή». Το Ελληνικό συμφέρον είναι, η Ελλάδα ως δυτική δύναμη να αναπτύσσει πολυμερή εξωτερική πολιτική, προς ίδιον όφελος, αλλά και με τρόπο που οι ίδιοι οι σημερινοί σύμμαχοί της θα τις αναγνωρίζουν τον ειδικό ρόλο που κατακτά.