Καλή τύχη Ελλάδα! Άρθρο του Σάββα Καλεντερίδη

Του Σάββα Καλεντερίδη
Εισαγωγή
Ο ελλαδικός χώρος, δηλαδή ο χώρος στον οποίο επεκτείνεται η επικράτεια της Ελλάδας και της Κύπρου, αν θεωρηθεί ως ενιαίο σύνολο, συμπεριλαμβανομένου και του θαλάσσιου χώρου που περικλείει την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη των δυο χωρών, μπορεί, χωρίς αμφιβολία να λάβει τον τίτλο μιας από τις πιο σπουδαίες περιοχές, από γεωπολιτικής άποψης και αξίας, περιοχές του πλανήτη.
Όποιος κατέχει την ευρύτατη αυτή περιοχή, ελέγχει τους θαλάσσιους άξονες και τη θαλάσσια κυκλοφορία προς τον Εύξεινο Πόντο και το Σουέζ, αλλά και τον κόλπο των Αδάνων, στον οποίο καταλήγουν σημαντικοί αγωγοί μεταφοράς αργού πετρελαίου από τον Καύκασο και το Ιράκ.
Η γεωπολιτική αξία της περιοχής αυξάνεται ακόμα περισσότερο, αν επαληθευθούν δημοσιεύματα που φέρουν την περιοχή αυτή να διαθέτει υποθαλάσσια αποθέματα φυσικού αερίου και πετρελαίου, που ξεπερνούν κατά πολύ το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια, με το οποίο, σημειωτέον, μηδενίζεται το δυσβάστακτο ελληνικό χρέος και Ελλάδα και Κύπρος μετατρέπονται σε πλούσιες από κάθε άποψη χώρες.
Οι Έλληνες έχουμε συγκροτήσει τοπική συνείδηση, με βάση την ιστορία και τον πολιτισμό της περιοχής από την οποία καταγόμαστε και εθνική συνείδηση κυρίως με βάση την μακρόχρονη ιστορία και τον πολιτισμό του ελληνικού έθνους. Και η συνείδηση αυτή, που έχει πάρει τα συγκεκριμένα σύγχρονα χαρακτηριστικά, σφυρηλατήθηκε κυρίως τα τελευταία διακόσια χρόνια, δηλαδή με την ίδρυση του ελλαδικού κράτους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στις προηγούμενες ιστορικές περιόδους, οι Έλληνες δεν είχαν ελληνική συνείδηση, όπως υποστηρίζουν διάφοροι ιστορικοί συγκεκριμένης 'σχολής' σκέψης. Μπορούμε δε να ισχυριστούμε ότι η εθνική συνείδηση ήταν ο κύριος παράγοντας που κινητοποίησε τους Έλληνες για να συμμετέχουν στους εθνικούς αγώνες, που οδήγησαν στη δημιουργία του ελληνικού και του κυπριακού κράτους.
Στο σημείωμα που ακολουθεί, θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε συνοπτικά τους βασικούς σταθμούς που έκριναν την τύχη του αιγαιακού χώρου, τους παράγοντες που την επηρέασαν και το ρόλο που μπορεί να παίξει ο ελληνικός λαός, για να προλάβει δυσάρεστες εξελίξεις στο θέμα της συν-εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας αυτού του χώρου.
Από τη γεώτρηση στον Πρίνο, στο Πολυτεχνείο και την Εισβολή
Τις αρχές της δεκαετίας του '70 η τότε κυβέρνηση προχώρησε στην εκμετάλλευση του πετρελαϊκού κοιτάσματος στην τοποθεσία Πρίνος, στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Καρβάλης και Θάσου. Δεν είναι γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες η τότε κυβέρνηση των Συνταγματαρχών, που κατέλαβε την εξουσία με την έγκριση των ΗΠΑ, προχώρησε σε αυτήν την κίνηση και αν αυτό προκάλεσε την αντίδραση της Ουάσιγκτον.
Πάντως, μετά από αυτό ακολούθησε η ανατροπή της κυβέρνησης που επιχείρησε την εξόρυξη του πετρελαίου, μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, για να αναλάβει τα ηνία της χώρας ο ταξίαρχος Ιωαννίδης, με πολιτικές και αναλυτικές ικανότητες που τον καθιστούσαν απόλυτο ενεργούμενο των ΗΠΑ και του Εβραϊκού παράγοντα, που δια του Χένρι Κίσινγκερ -αμφότεροι- σχεδίασαν και προκάλεσαν το προδοτικό πραξικόπημα και την επακολουθήσασα τουρκική εισβολή στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974.
Τον Αύγουστο του 1974, και ενώ οι Τούρκοι κατείχαν το 7,5% του κυπριακού εδάφους, ένα προγεφύρωμα που στην ουσία ο κυπριακός λαός και η εθνοφρουρά ήταν σε θέση να εξαλείψουν ανά πάσα στιγμή, διεξάγεται ο Αττίλας 2, τον οποίο η κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή παρακολούθησε κυριολεκτικά ως απλός θεατής, να καταλαμβάνει το υπόλοιπο 30% του μαρτυρικού νησιού, προκαλώντας το θάνατο χιλιάδων Ελλήνων και στέλνοντας στην προσφυγιά 220 χιλιάδες Έλληνες.
Με την εισβολή και κατοχή, ο έλεγχος στο μαρτυρικό νησί πέρναγε στην κυριολεξία στα χέρια του διεθνή παράγοντα, ο οποίος θα έχει και τον κύριο ρόλο και μερίδιο, εκτός των άλλων, και στο θέμα της εκμετάλλευσης των τεράστιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου που βρίσκονται υποθαλασσίως στην ΑΟΖ της Κύπρου.
Η αποχώρηση της Ελλάδος από το ΝΑΤΟ και ο επιχειρησιακός έλεγχος του Αιγαίου
Αμέσως μετά την 'ολοκλήρωση' της εισβολής, η κυβέρνηση εθνικής ενότητας, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, προβαίνει σε μια εντελώς ακατανόητη ενέργεια και αποφασίζει την έξοδο της Ελλάδος από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, με βάση το σκεπτικό ότι η Ατλαντική Συμμαχία δεν απέτρεψε την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο. Το σκεπτικό αυτό, όμως, δεν στέκει, αφού η Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ, επιτέθηκε στην Κύπρο, δηλαδή σε μια χώρα που δεν ανήκε στο ΝΑΤΟ. Άρα, ειδικά στο ζήτημα αυτό, το ΝΑΤΟ ήταν 'αθώο', γι' αυτό και χαρακτηρίζουμε παραπάνω την ενέργεια αυτή ως 'εντελώς ακατανόητη'.
Αποτέλεσμα;
Μέχρι τότε η Ελλάδα, ως μέλος του στρατιωτικού σκέλους του ΝΑΤΟ, είχε τον επιχειρησιακό έλεγχο του Αιγαίου, γεγονός που ισχυροποιούσε την εθνική μας κυριαρχία στον εν λόγω χώρο. Με την έξοδο της Ελλάδος από το στρατιωτικό σκέλος, για ακατανόητους λόγους, άνοιξε στην κυριολεξία ο 'ασκός του Αιόλου' σε αυτό το χώρο που αποτελεί το διαχρονικό πνεύμονα του Ελληνισμού.
Ενώ η Ελλάδα προχωρεί σε αυτήν την εντελώς ακατανόητη ενέργεια, η Τουρκία, δια του ο τότε υπουργού Εξωτερικών, Ιχσάν Σαμπρί Τσαγλαγιανγκίλ, χαρακτηρίζει για πρώτη φορά δημόσια ως "απαράδεκτη" την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο, του οποίου πλέον η Αθήνα δεν έχει τον (νατοϊκό) επιχειρησιακό έλεγχο.
Από το Πρωτόκολλο της Βέρνης, στο Casus Belli και στο Μάρτη του '87
Αμέσως μετά αρχίζει η Τουρκία το χορό των έμπρακτων διεκδικήσεων στο Αιγαίο, που οδηγεί στην υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Βέρνης, το 1977, από τους Καραμανλή-Ντεμιρέλ, με το οποίο οι δυο χώρες δεσμευόντουσαν να απέχουν από 'προκλητικές ενέργειες' σε συγκεκριμένες περιοχές στο Αιγαίο.
Το 1982, ακριβώς μετά την υπερψήφιση της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, που ισχυροποιεί το δικαίμωα της Ελλάδος να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ν.μ., και ενώ η Ελλάδα έχει επανέλθει στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, με επαχθείς όρους και χωρίς να της έχει δοθεί και πάλι ο επιχειρησιακός έλεγχος του Αιγαίου, η Άγκυρα δηλώνει επίσημα για πρώτη φορά πως θεωρεί αιτία πολέμου (Casus Belli) την επέκταση των χωρικών υδάτων από τα έξι στα δώδεκα ναυτικά μίλια από πλευράς της Ελλάδος. Έκτοτε, αυτό παραμένει αμετακίνητη «στρατηγική θέση» της Άγκυρας, που έχει υπογραμμιστεί και επικυρωθεί με αποφάσεις του τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας και της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης. Να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη ενέργεια της Άγκυρας έρχεται σε μια στιγμή που βρίσκεται σε εξέλιξη σειρά κομματικών επιλογών της ελληνικής κυβέρνησης, ως αποτέλεσμα των οποίων η ελληνική Πολεμική Αεροπορία, που μέχρι τότε είχε τον ΑΠΟΛΥΤΟ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ, αποδυναμώνεται σε τέτοιο βαθμό, σταδιακά, μέχρι να ολοκληρωθεί ο απόλυτος κομματικός έλεγχος της Πολεμικής Αεροπορίας, που σε κάποιο βαθμό αδυνατεί να κυριαρχήσει στον εναέριο χώρο του Αιγαίου. Αυτό έχει ως συνέπεια την αντικειμενική αδυναμία αποτελεσματικής αντιμετώπισης των 'τουρκικών' σχεδιασμών και προκλήσεων στο Αιγαίο.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η Ελλάδα παρα-σύρεται στην Κρίση του Μάρτη του 1987, η οποία, παρά το φαινομενικά αποτελεσματικό χειρισμό της κρίσης σε επιχειρησιακό επίπεδο, 'τελειώνεται' με μια δήλωση της ελληνικής κυβέρνησης που στην ουσία 'γκριζάρει' ολόκληρο το Αιγαίο. Η ΈΝΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΚΡΊΣΗ ΣΤΟ Αιγαίο, στο πολιτικό επίπεδο έληξε με την δημόσια δήλωση-δέσμευση της Ελληνικής Κυβέρνησης, ότι δεν προτίθεται να διενεργήσει υποθαλάσσιες έρευνες στο Αιγαίο, όπως ευφυώς, οφείλουμε να ομολογήσουμε, είχε απαιτήσει ο Τουργκούτ Οζάλ.
Όμως η δήλωση της Κυβέρνησης, πρακτικά, «ακύρωσε» το Πρωτόκολλο της Βέρνης του 1976, μεταξύ των δυο χωρών, που καθόριζε συγκεκριμένες περιοχές αποφυγής 'προκλητικών ενεργειών' εκατέρωθεν, ενώ η δήλωση της ελληνικής κυβέρνησης, το Μάρτη του 1987, αναφερόμενη στο Αιγαίο, αφορά πλέον σε όλες τις περιοχές του.
Από την εφαρμογή της Σύμβασης για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας στη Μαδρίτη
Τον Νοέμβριο του 1994 η Ελλάδα ισχυροποιεί τη θέση της στο θέμα της επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ, η οποία, παρεμπιπτόντως, αν γίνει, λύνονται ως δια μαγείας όλα τα ελληνοτουρκικά προβλήματα και κλείνονται ερμητικά όλα τα 'παράθυρα' που χρησιμοποιεί η Τουρκία για να προβάλλει τις απαράδεκτες διεκδικήσεις της στο Αιγαίο. Τότε η Ελλάδα αποκτά και επίσημα με βάση το γραπτό πλέον διεθνές δίκαιο το δικαίωμα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ν.μ., αφού τίθεται σε εφαρμογή η σχετική Συμφωνία για την εφαρμογή του Τμήματος ΧΙ της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (Νέα Υόρκη, 29/7/1994) ν. 2321/1995 (ΦΕΚ Α/136/1995).
Η Τουρκία από την πλευρά της, για να αποκλείσει το ενδεχόμενο της επέκτασης, προετοιμάζεται στην ουσία για εφαρμογή του διακηρυγμένου Casus Belli, ενώ ταυτόχρονα ο επιτετραμμένος των ΗΠΑ στην Αθήνα πιέζει αφόρητα τον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου να δηλώσει ότι η Ελλάδα δεν θα κάνει χρήση του δικαιώματος αυτού. Τελικά, τη δήλωση κάνει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος δηλώνει ότι η Ελλάδα δεν θα προβεί σε επέκταση, διατηρεί όμως το δικαίωμα αυτό για το μέλλον, δικαίωμα το οποίο δεν έχει χρησιμοποιήσει μέχρι σήμερα, Νοέμβριο του 2010.
Μαδρίτη 1997: Η Ελλάδα αυτοκτονεί
Το 1996, η κυβέρνηση Σημίτη έρχεται αντιμέτωπη με μια κρίση Made in USA. Μηχανισμοί της Ουάσιγκτον κινητοποιούν πρόσωπα και μηχανισμούς σε Άγκυρα και Αθήνα και προκαλούν την Κρίση των Ιμίων, μια κρίση στην οποία επιχειρείται να συρθεί η Ελλάδα στο χείλος μιας πολεμικής σύγκρουσης με την Τουρκία, υπό το φόβο της οποίας θα κληθεί να υποχωρήσει, με καταστροφικά αποτελέσματα για το ζήτημα της κυριαρχίας της στο Αιγαίο. Η κρίση εξελίσσεται και ενώ η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να βυθίσει το σύνολο των πολεμικών σκαφών του τουρκικού στόλου που βρίσκονται στην περιοχή των Ιμίων και το Δ' Σώμα Στρατού τη Θράκη έχει τον απόλυτο έλεγχο των κινήσεων, η κυβέρνηση Σημίτη υποχωρεί και στην ουσία παραιτείται της κυριαρχίας ελληνικού εδάφους στα Ίμια, ενώ ταυτόχρονα με την πράξη της αυτή γκριζάρει ακόμα περισσότερο ολόκληρο το Αιγαίο.
Ενώ ο πρωθυπουργός Σημίτης ευχαριστεί τους Αμερικανούς γιατί με τη μεσολάβησή τους απέτρεψαν τον πόλεμο μεταξύ Ελλάδος-Τουρκίας, ένα χρόνο μετά, 'επισφραγίζει' το ολίσθημα των Ιμίων με την Διακήρυξη της Μαδρίτης, όπου η Ελλάδα αναγνωρίζει «νόμιμα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο», νομιμοποιώντας στην ουσία το Casus Belli της Άγκυρας. Να σημειώσουμε ότι είναι σε όλους γνωστό, προφανώς εκτός από εκείνους που συνυπέγραψαν την εν λόγω διακήρυξη, ότι όταν έχεις ζωτικά συμφέροντα, αναγνωρισμένα και από τον 'άλλον', νομιμοποιείσαι να τα υπερασπιστείς ακόμα και με πόλεμο. Δηλαδή, με άλλα λόγια, η ίδια η Ελλάδα νομιμοποίησε στην ουσία το Casus Belli της Άγκυρας.
Παρεμπιπτόντως, όταν την ίδια μέρα, στη Μαδρίτη, ρωτήθηκε, από κάποιον φίλο που ήταν παρών, ο αείμνηστος Γιάννος Κρανιδιώτης γι' αυτό το εθνικό ολίσθημα, είπε ότι 'μας πίεσε αφόρητα η Ολμπράιτ', η οποία, πρέπει να ομολογήσουμε, όντως αποδείχτηκε συνεπής συνεχιστής της αποστολής που είχε αναλάβει από τη δεκαετία του '70 ο Χένρυ Κίσσιγκερ.
Η περιπέτεια των «Διερευνητικών Επαφών»
Ενώ σταδιακά αποψιλώνεται και αποδυναμώνεται η κυριαρχία της Ελλάδος στο Αιγάιο, υπό την υψηλή εποπτεία της Ουάσιγκτον, ακολουθεί η υιοθέτηση της πρακτικής των «Διερευνητικών Επαφών Ελλάδος-Τουρκίας» και το καταστροφικό Σχέδιο Αννάν, που εκπορεύτηκε και εκπονήθηκε από τους ίδιους κύκλους και το οποίο, παρότι αποδέχτηκε και στήριξε η πλειοψηφία των πολιτικών παραγόντων σε Κύπρο και Ελλάδα, είχε τη γενναιότητα και τη σοφία να απορρίψει ο κυπριακός λαός, που έτυχε να έχει για μπροστάρη τον Τάσο Παπαδόπουλο, που είχε την έστω και άτυπη στήριξη του διδύμου Καραμαν λή-Μολυβιάτη.
Επανερχόμενοι στις διερευνητικές επαφές, να σημειώσουμε ότι αυτές διανύουν ήδη τον 46ο κύκλο, εμπεδώνοντας προφανώς στην ελληνική αλλά και στη διεθνή κοινή γνώμη ότι όλο και κάποια βάση θα έχουν οι τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο, αφού η Ελλάδα δέχεται να στροβιλίζεται στους κύκλους των διερευνητικών επαφών, ενώ η Τουρκία συνεχίζει ταυτόχρονα να διακηρύσσει ότι θα θεωρήσει ως αιτία πολέμου ακόμα και την επέκταση πάνω από τα έξι μίλια στο Ιόνιο Πέλαγος, ενώ η Άγκυρα διεκδικεί ακόμα και τη Γαύδο σε διαδικασίες του ΝΑΤΟ και ενώ συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό οι αέναοι κύκλοι των παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου της Ελλάδος από την τουρκική πολεμική αεροπορία και οι 'κρουαζιέρες' του τουρκικού πολεμικού ναυτικού σε Μύκονο και Ραφήνα.

Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη