
Μέσα σε λίγους μήνες το χρηματιστήριο κατέγραψε ένα, άνευ προηγουμένου ως προς τα χαρακτηριστικά του, κραχ, τα ομόλογα της χώρας και των μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών υποβαθμίστηκαν σε junk (σκουπίδια), το κόστος του κρατικού δανεισμού απογειώθηκε σε επίπεδα προ ένταξης μας στην ΕΕ, η στρόφιγγα δανειακών κεφαλαίων προς τη χώρα έκλεισε με την Ελλάδα να αποχωρεί από τη χρηματιστηριακή αγορά ομολόγων για πρώτη φορά στην ιστορία της, η χώρα στράφηκε προς την Ευρώπη ζητώντας οικονομική στήριξη, παράλληλα στράφηκε προς το ΔΝΤ ενεργοποιώντας το δικό του μηχανισμό στήριξης, αμέσως υιοθετήθηκαν μία σειρά από τα σκληρότερα δημοσιονομικά μέτρα στην οικονομική ιστορία, έγιναν περικοπές σε μισθούς, σε συντάξεις, αύξηση της φορολογίας, δημιουργήθηκε ένα ιδιόρρυθμο καθεστώς συγκυβέρνησης της χώρας από το ΔΝΤ την ΕΚΤ, την ΕΕ και την ελληνική κυβέρνηση, αυξήθηκε η ανεργία, μειώθηκε το ΑΕΠ, εκτινάχθηκε ο πληθωρισμός, καταγράφηκαν τεράστιες εκροές κεφαλαίων στο εξωτερικό αποδυναμώνοντας τις ελληνικές τράπεζες, καταρρακώθηκε η καταναλωτική εμπιστοσύνη, απογειώθηκε η κοινωνική ανησυχία αλλά και μειώθηκε θεαματικά το έλλειμμα για πρώτη φορά από τις αρχές του 90ʼ.
Είναι δύσκολο να υπολογίσουμε το, μέχρι στιγμής, ακριβές κόστος της ελληνικής κρίσης καθώς για μία σειρά παραμέτρων, όπως π.χ. για την απώλεια θέσεων εργασίας, δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία ως προς το μέγεθος των απωλειών που προκύπτουν από αυτές. Υπάρχουν, ωστόσο, μερικά βασικά και αντικειμενικά μεγέθη, τα οποία παρέχουν μία εικόνα για του πόσο έχει κοστίσει στην Ελλάδα η κρίση, μέχρι στιγμής, χωρίς να συμπεριλάβουμε το πακέτο στήριξης και το επιπλέον κόστος που προκύπτει από το επιτόκιο με το οποίο αυτό μας παρέχεται αλλά ούτε και τις απώλειες των εργαζομένων από τις περικοπές στους μισθούς, τις απώλειες από τις περικοπές στις συντάξεις κλπ.