«Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΣΕ ΜΙΑ ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ»

Ομιλία του Γιώργου Λιλλήκα στο Πολεμικό Μουσείο σε εκδήλωση για τα 50χρονα της Κυπριακής Δημοκρατίας
Θα ήθελα να ξεκινήσω την παρέμβασή μου, καταθέτοντας συνοπτικά την πολιτική μου θέση για την Κυπριακή Δημοκρατία και τη θέση της σε μια ενδεχόμενη λύση του Κυπριακού: Η ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, η συνέχιση και η ενδυνάμωση της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και απόλυτα συνυφασμένη με την εθνική και φυσική επιβίωση του Κυπριακού Ελληνισμού. Έχω την άποψη ότι η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει απαραίτητα να είναι ο πυλώνας πάνω στον οποίο θα οικοδομηθεί η όποια λύση.
Δεν σκοπεύω να προβώ σε μια ιστορική αναδρομή των 50 χρόνων από την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Άλλοι, επιστημονικά πιο καταρτισμένοι από μένα, το έχουν πράξει με επάρκεια. Εκείνο που σήμερα προέχει, κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι τα διδάγματα που πηγάζουν από αυτήν την ιστορία, το μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας και πώς μπορούμε να το διασφαλίσουμε.
Η ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι γεμάτη από συνωμοσίες σε βάρος της που εξυφαίνοντο στην Άγκυρα και σε άλλες πρωτεύουσες αλλά και γεμάτη από αγώνες του Κυπριακού λαού για προάσπισή της.
Η Τουρκία, από τη στιγμή που οι Βρετανοί αποικιοκράτες της αναγνώρισαν δικαιώματα στην Κύπρο, άρχισε να καταστρώνει σχέδια για διχοτόμησή της. Επιχείρησαν, χρησιμοποιώντας τους Τουρκοκύπριους, ως στρατηγική κοινότητα, να καταλύσουν την Κυπριακή Δημοκρατία. Σ’ αυτό στόχευε η αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τους κρατικούς θεσμούς το 1963. Η αναγνώριση της διεθνούς νομιμότητας της Κυβέρνησης Μακαρίου από το Συμβούλιο Ασφαλείας, ανέτρεψε τους Τουρκικούς σχεδιασμούς.
Οι σύμμαχοι της Τουρκίας επιστράτευσαν στη συνέχεια την στρατιωτική Χούντα, που επέβαλαν στην Ελλάδα, και την ΕΟΚΑ Β’, για να πετύχουν την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και να εξυπηρετήσουν τα διχοτομικά σχέδια της Άγκυρας.
Δεν αποδέχομαι τη θέση του Προέδρου Χριστόφια και μερικών άλλων ότι «εμείς οι Έλληνες, στρώσαμε το χαλί στην Τουρκία για να εισβάλει στην Κύπρο».
Ότι ήταν Έλληνες αυτοί που έκαναν το πραξικόπημα. Το πραξικόπημα το έκανε η ξενοκίνητη Χούντα των Συνταγματαρχών και η ΕΟΚΑ Β’ που εξυπηρετούσαν ξένα προς τον Ελληνισμό συμφέροντα. Έλληνες για μένα είναι αυτοί που έχουν Ελληνική εθνική συνείδηση, συναίσθηση του ιστορικού τους χρέους και υπηρετούν τα εθνικά συμφέροντα. Και Έλληνας το 1974 ήταν ο Εθνάρχης Μακάριος και όχι οι χουντικοί Συνταγματάρχες που τον ανέτρεψαν. Το χαλί στην Τουρκία το έστρωσαν οι χώρες εκείνες που και σήμερα τη στηρίζουν και που, δυστυχώς, ο Κύπριος Πρόεδρος δείχνει να εμπιστεύεται και να εναποθέτει σ’ αυτούς τις ελπίδες του για μια δίκαιη λύση.
Η διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία αποδείχθηκε το ισχυρότερο όπλο και η αποτελεσματικότερη άμυνα του Κυπριακού Ελληνισμού. Αποδείχθηκε το βάθρο που τον κράτησε όρθιο προσφέροντας του την δυνατότητα για αντικατοχικό αγώνα στη διεθνή σκηνή. Τα σχέδια της Τουρκίας για υποδούλωση του Κυπριακού Ελληνισμού απέτυχαν γιατί δεν μπόρεσαν να καταλύσουν την Κυπριακή Δημοκρατία.
Η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας (με αναγνωρισμένη κυριαρχία επί όλου του εδάφους της Κύπρου) στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενίσχυσε σημαντικά τη θέση αλλά και το ρόλο της στη διεθνή σκηνή. Δυστυχώς, δεν έχουν όλοι συνειδητοποιήσει την ιστορική σημασία αυτού του γεγονότος. Το πώς αυτό επηρεάζει ή μπορεί να επηρεάσει θετικά τη λύση του Κυπριακού. Ούτε και τις δυνατότητες που διαθέτουμε πλέον, ως μέλος της Ένωσης, για να επιβάλουμε στη Τουρκία ψηλό πολιτικό κόστος για τη συνεχιζόμενη κατοχή Κυπριακών εδαφών.
Για 35 χρόνια αγωνιζόμαστε με πολιτικά μέσα που εξαντλούνται στο διακοινοτικό διάλογο, να ανατρέψουμε τα κατοχικά δεδομένα. Η άρνηση της Τουρκίας στα πρώτα χρόνια μετά την εισβολή να παρακαθίσει στο τραπέζι του διαλόγου, η έλλειψη της όποιας δυνατότητας για άσκηση πίεσης πάνω στην Τουρκία, η αδύνατη θέση της Ελλάδας που αγωνιζόταν τότε να ανασυντάξει το δημοκρατικό της πολίτευμα, η πεποίθηση ότι έπρεπε να λύσουμε το Κυπριακό το συντομότερο δυνατό, δεν άφηναν πολλές επιλογές τότε στην πολιτική ηγεσία. Έχοντας να επιλέξει ανάμεσα στο διάλογο με τους Τουρκοκύπριους ή ένα παρατεταμένο αδιέξοδο, η πολιτική ηγεσία επέλεξε το διακοινοτικό διάλογο.
Κάνοντας, όμως σήμερα, ένα ειλικρινή απολογισμό διαπιστώνουμε ότι η επιλογή αυτή δεν απέδωσε. Αντίθετα λειτούργησε προς όφελος της κατοχικής δύναμης. Η Τουρκία από άμεσα εμπλεκόμενο μέρος και μόνη υπεύθυνη για την δημιουργία του προβλήματος, μετατράπηκε σταδιακά στα μάτια της διεθνούς κοινότητας σε ουδέτερο παρατηρητή. Μπορεί να μην είχαμε ένα συνεχές αδιέξοδο, είχαμε όμως, ένα διακεκομμένα παρατεταμένο αδιέξοδο.
Η Τουρκία αξιοποιώντας το χρόνο, δημιούργησε νέα δεδομένα στις κατεχόμενες περιοχές, εφαρμόζοντας πολιτική μαζικού εντοπισμού και ξεπουλώντας σε ξένους τη γη των προσφύγων μας. Σε κάθε νέα διαπραγματευτική προσπάθεια ο Κυπριακός Ελληνισμός οδηγείτο σε νέες διολισθήσεις προς τις Τουρκικές θέσεις. Από το ενιαίο Κράτος, μεταπηδήσαμε στην Δικοινοτική Διπεριφερειακή Ομοσπονδία που σήμερα έγινε Διζωνική, για να φτάσουμε να συζητούμε μια συγκεκαλυμμένη Συνομοσπονδία.
Την ίδια ώρα η Τουρκία σε κάθε νέα πρωτοβουλία αναβάθμιζε τις απαιτήσεις της, για να πετύχει στο τέλος το Σχέδιο Ανάν που ήταν και το μοναδικό σχέδιο λύσης που έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα.
Το Σχέδιο Ανάν μας έδωσε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε με πολύ συγκεκριμένο τρόπο τις επιδιώξεις και τους στόχους που θέλει να πετύχει η Τουρκία μέσα από την επίλυση του Κυπριακού. Η Τουρκία δεν αρκείται στην εδραίωση ή και νομιμοποίηση όσων δια της βίας κέρδισε με την στρατιωτική εισβολή του 1974. Μέσα από τη λύση η Τουρκία επιδιώκει να έχει τον πλήρη πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο της Κύπρου, αλλά και τη δυνατότητα να την εκτουρκίσει με ένα μελλοντικό νόμιμο μαζικό εποικισμό.
Κι αυτοί της οι στόχοι, εξαρτώνται από την επίτευξη ενός ενδιάμεσου στρατηγικού στόχου, που δεν είναι άλλος από την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη δημιουργία ενός νέου «συνεταιριστικού» κράτους. Όλα αυτά της τα διασφάλιζε το Σχέδιο Ανάν. Είναι γι’ αυτό το λόγο που η Τουρκία το αποδέχθηκε και ο Κυπριακός Ελληνισμός, παρά τους εκβιασμούς και τις απειλές που δέχθηκε από παντού, το απέρριψε με το περήφανο ΟΧΙ του της 24ης Απριλίου του 2004.
Δυστυχώς, δείχνουμε σήμερα να μην έχουμε διδαχθεί από την τραυματική εμπειρία του Σχεδίου Ανάν. Να μην έχουμε κατανοήσει τους Τουρκικούς στόχους. Συνεχίζουμε να κάνουμε πολιτική με φοβικά σύνδρομα ακολουθώντας την αφελή πολιτική του εξευμενισμού της Τουρκίας.

Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη